Πέμπτη 25 Απριλίου 2013

ΝΕΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΥΡΕΘΕΝΤΑ ΜΕΛΙΣΣΙΑ

Πήγα εχθές απο εκει αλλά τα βρηκα κλειδωμένα μεσα στο οικόπεδο μπλε και πράσινες κυψελες δυόροφες.Οι γείτονες μου είπαν ότι υπήρχε όλο το βράδυ και το πρωί αστυνομία θα ξαναπερασω να προσπαθησω να δω κωδικους αν βρω καποιον εκει. Από μακρυα μετρησα 10 αλλα φαινονταν και αλλα πισω απο τα χορταρια.

Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ-ΒΡΕΘΗΚΑΝ ΚΛΕΜΜΕΝΑ ΜΕΛΙΣΣΙΑ


Μόλις ενημερώθηκα ότι βρέθηκαν κλεμμένα μελίσσια στην περιοχή της Οβρυάς κάτω από τον ΟΤΕ
στον δρόμο προς Λεύκα. Γνωστός μου ανέφερε ότι η Αστυνομία περίμενε όλο το βράδυ και έπιασε τους κλέφτες ενημερώστε συναδέλφους να ελέγξουν τα μελισσοκομία τους.Η αστυνομία ψάχνει να βρεί σε ποιον ανήκει ο κωδικός νεότερα αργότερα.

Τρίτη 23 Απριλίου 2013

Η καλλιέργεια του σιταριού σε λάκκους

Ο Κινέζικος τρόπος καλλιέργειας σιταριού - από 1 σπυρί 50.000 σπυριά ή 35-40 κιλά!
Εικ. 23. Ο λάκκος.
Πως ανακαλύφθηκε ο τρόπος αυτός
Ένας προοδευμένος γεωργός, έσπερνε πάντοτε το σιτάρι της χρονιάς του κατά τον συνηθισμένο τρόπο στα πεταχτά.
Ως παρατηρητικός και ερευνητής, πού ήταν, παρατήρησε, ότι τα σπυριά που του ξέφευγαν και χώνονταν στο χώμα, μακριά από τα άλλα, και μοναχικά, δεν έδιναν πάντοτε δυο - τρία αδέρφια, αλλά πολύ περισσότερα. Συνήθως όμως η πλειοψηφία έδινε τρία και με γερό καλάμι με χοντρά και γεμάτα στάχυα. Αυτό του έκαμε μεγάλη εντύπωση και αποφάσισε τον επόμενο χρόνο, να κάμει αυτό το πείραμα:

Έσπειρε σε κάθε τετραγωνικό μέτρο και ανά ένα σπυρί μέσα σε ένα λάκκο. Όταν φυτρώσανε, είδε ότι όλα αυτά τα μοναχικά σπυριά, έδωσαν από τρία αδέρφια - στάχυα, αρκετά χοντρά. Δηλαδή ανακάλυψε τον αναδιπλασιασμό του σιταριού.
Ο Κινέζος όμως γεωργός δεν ησύχασε. Μόλις είδε τα τρία αδέρφια, ίσως για ν’ αφαιρέσει τα αγριόχορτα, τα παράχωσε αμέσως. Μετά μερικές ήμερες, είδε από τα τρία αδέρφια να φυτρώνουν εννέα. Δηλαδή έδωσε το καθένα άλλα τρία. Το λακκάκι ήταν μικρό και το παράχωμα το γέμισε με χώμα. Αναγκάστηκε λοιπόν γύρω από αυτά τα φυτά - τα αδέρφια - να συγκεντρώνει χώμα. Το ίδιο έκαμε και για δεύτερη και τρίτη φορά και τέταρτη, όλο και παράχωνε όσο έβλεπε νέα αδέρφια. Απόρησε βέβαια και, με την παρατηρητικότητα που τον διέκρινε, ανακάλυψε ότι όσο και παράχωνε τους κόμπους των νέων φυτών, τόσο και ξεφύτρωναν αδέρφια. Τότε κατάλαβε, ότι το σιτάρι έχει την ιδιότητα, άμα σκεπάζουμε τούς κόμπους, να φυτρώνουν νέα αδέρφια.
Ήταν όμως φυσικό, αρκετά από αυτά να ξεραίνονται από την ξηρασία, γιατί και το χώμα ήταν λιγοστό και φυσικά κατρακυλούσε από τον σωρό. Και πάλι δούλεψε το μυαλό του και σκέφτηκε. Για να συγκρατήσω το χώμα και την υγρασία, μου χρειάζεται ένας λάκκος, όσος ο σωρός του χώματος που τον έφτιαξα.
Τον τρίτο χρόνο άρχισε ν’ ανοίγει λάκκους με βάθος 50 πόντους και στο βάθος αυτό, στον πάτο, έχωσε 1 σπυρί (εικ, ,23) . Ο λάκκος ήταν πανομοιότυπος του σωρού. Δηλ. κωνικός. Διότι όσο παράχωνε, τόσο και τον άνοιγε με τα χώματα που πρόσθετε. Προσέχοντας ακόμη περισσότερο και μετρώντας τις ήμερες σε κάθε παράχωμα, καταστάλαξε στη γνώμη, ότι χρειάζεται διάστημα χρόνου από παράχωμα σε παράχωμα 18-21 ημερών. 'Όταν έφτασε στο χείλος του λάκκου, που είχε γεμίσει από τα παραχώματα, κάνοντας λογαριασμό, βρήκε ότι είχε κάμει 10 παραχώματα. Τα στάχυα ήταν άφθονα, μεστά, ζωηρά και έκρινε καλό να σταματήσει πλέον αυτή τη δουλειά.
Ένα όμως μυαλό, σαν κι’ αυτό, δεν ησύχαζε ποτέ. Η περιέργεια τον ώθησε να ξεπατώσει τα στάχυα ενός λάκκου και είχε την υπομονή να τα μέτρηση ένα προς ένα. Και είδε και αντιλήφτηκε ότι ξεπερνούσαν τις 50.000!! Το θαύμα είχε γίνει. Τώρα πλέον περίμενε να δη και πόσο σιτάρι θα πάρει. Θέρισε. Όταν ξεράθηκε η μεγάλη αυτή θημωνιά και αλώνισε, είδε ότι το ένα σπυρί σιτάρι που φύτεψε στο λάκκο του έδωσε 35-40 κιλά!!! Το ίδιο έκαμε και στους άλλους λάκκους και είδε τα ίδια αποτελέσματα.
Είναι ευνόητο ότι μια τέτοια τυχαία ανακάλυψη δεν θα έμενε απαρατήρητη. Άρχισαν να καλλιεργούν κατ’ αυτόν το τρόπο και άλλοι γεωργοί και μάλιστα ο Κινέζος γεωργός έγραψε και στον αυτοκράτορα της Κίνας, ο όποιος διέταξε πλέον να εγκαταλειφτεί ο τρόπος στα πεταχτά και να εφαρμοστή ο νέος τρόπος.
Τα μαύρα τετράγωνα είναι τα μέρη πού ανοίγονται οι λάκκοι. Τα μαύρα τετράγωνα είναι αυτά που θα δεχθούν τον λάκκο και τον σπόρο. Τα άλλα τρία θα μείνουν σε καλλιεργημένη αγρανάπαυση.
Πως δικαιολογείται το σύστημα
Το σύστημα αυτό στηρίζεται επάνω σε κάποια επιστημονική αρχή, η όποια και είναι πραγματική και όχι θεωρητική. Είναι δε η εξής:
Κάθε παράχωμα φυτού, πάντοτε δίνει δύναμαι στο φυτό να γεννήσει περισσότερες ρίζες, οι όποιες τροφοδοτούν το φυτό και επί πλέον το αναγκάζουν να δώσει παρακλάδια ή αδέρφια, όταν παραχωθεί. Αυτό το βλέπουμε και στη φύση. Μας είναι γνωστό, ότι κατά το σημερινό σύστημα στα πεταχτά, όταν σπέρνουμε σε ένα τετραγωνικό μέτρο 100-200 σπόρους σιταριού, να μη δίνουν τα ίδια στάχυα ο κάθε σπόρος. Ο ένας δίνει τρία στάχυα, ο άλλος 5, 8, 10 και κάποτε, περισσότερα.
Γιατί άραγε συμβαίνει αυτό; Διότι πάνω από το ένα σπυρί, έπεσε ένας βώλος ή και δημιουργήθηκε ένα υψωματάκι από χώμα, την εποχή δε εκείνη, που επρόκειτο να γίνει το αδέλφωμα, έβρεξε, και η βροχή σκόρπισε το λίγο χώμα, το οποίο έπεσε επάνω στο φυτό. Είναι ευνόητο, ότι το παράχωμα αυτό, πολλαπλασίασε τα στάχυα. Στο άλλο σπυρί του σιταριού ίσως υπήρχε μεγαλύτερο ύψωμα από χώμα και γίνηκαν δύο και τρία παραχώματα και γι’ αυτό έφτασε να γεννήσει 30 αδέρφια ή και περισσότερα. Στο άλλο σπυρί γεννηθήκανε 3 μόνον στάχυα, γιατί δεν υπήρχε ούτε ύψωμα από χώμα, ούτε κανένας βώλος, που με τη βροχή να έλιωνε για να παραχώσει το φυτό. Συνεπώς, εκείνο το όποιο προ πολλού μας δίδαξε η φύση, εμείς δε μπορούσαμε επί τόσους αιώνες να το καταλάβουμε. Έπρεπε να βρεθεί ο έξυπνος Κινέζος να το καταλάβει και αυτό βέβαια από σύμπτωση, άλλα και από τη μελέτη που έκανε ή το πείραμα, για να διαδοθεί στην Κίνα. Αυτό δηλαδή, που έκαναν η βροχή και ο αέρας, καμιά φορά, τώρα γίνεται με το χέρι του ανθρώπου σήμερα.
Αυτός είναι ο λόγος που τα ασβάρνιστα χωράφια, δίνουν μεγαλύτερη απόδοση, γιατί δεν φεύγει το νερό και λιώνει το χώμα, το οποίο σκεπάζει τους κόμπους, οι οποίοι γεννοβολούν αδέλφια.
Μια άλλη σπουδαία εργασία, πού εξηγείται απ’ αυτό το φυσικό παράχωμα, είναι το σβάρνισμα του κριθαριού, που γίνεται σε άλλες χώρες, προ παντός στη Γαλλία. Όταν το σπαρμένο κριθάρι φτάσει στους 15 πόντους, οι γεωργοί σβαρνίζουν με οδοντωτή σβάρνα το σπαρτό. Το σβάρνισμα αυτό, σπάζει μερικά μικρά φυτά, άλλα όμως τα παραχώνει με το χώμα που ανακατεύουν τα δόντια της σβάρνας. Έτσι το σπαρτό του κριθαριού γίνεται μαλλιά - κουβάρια και στην κατάσταση αυτή, οποίος το δει αποκαρδιώνεται. Εν τούτοις, αυτό το ανακάτεμα, ευνοεί το παράχωμα και με την μικρή υγρασία που υπάρχει, μετά μερικές ημέρες, παίρνει επάνω του το σπαρτό, αδερφώνει πολύ και γεμίζει το χωράφι από στάχυα. Η απόδοση του είναι αρκετή. Το κριθάρι ακόμη, έχει την ιδιότητα να αδερφώνει πάρα πολύ και τα σπαρμένα φυτά, όπου τύχουν σε κόμπο μέσα στο χώμα, να φυτρώνουν και να βγάζουν ρίζες.
Άλλο επίσης αποτέλεσμα που βγαίνει από την μελέτη της φυσιολογίας του σιταριού, είναι και ότι ποτέ δεν πρέπει να σβαρνίζεται το χωράφι, όταν σπέρνεται στα πεταχτά μετά τη σπορά, αλλά να αφήνονται οι βώλοι, όπως είναι. Αυτό θα συντελέσει, όπως αναφέραμε παραπάνω στο αδέλφωμα πιο πολύ γιατί, με την βροχή και τον αέρα οι βώλοι τρίβονται και παραχώνουν τα φυτά.
Άλλοι παράγοντες που επιδρούν στο γεννοβόλημα των αδελφιών.
Η θερμοκρασία
Το προσόν του αδερφώματος, είναι βέβαια η βάση, αλλά χρειάζονται και άλλοι παράγοντες, όπως η υγρασία και η θερμοκρασία να συντρέξουν. Αν δεν υπάρχει υγρασία, τα αδέρφια θα ξεραθούν ή δεν θα μεγαλώσουν και δεν θ’ αποδώσουν. Προ παντός χρειάζεται η υγρασία, διότι η θερμοκρασία υπάρχει από τον Αύγουστο ως τον Ιανουάριο. Κατά το διάστημα αυτό το φυτό-σιτάρι, βρίσκει την ευκαιρία να παραχθεί πέντε και έξι φορές. Μόλις πέσουν τα κρύα, η ανάπτυξη περιορίζεται οπωσδήποτε, άλλα δεν παύει να αναπτύσσεται το ριζικό σύστημα, αλλά και το φυτό. Κατά συνέπεια και κατ’ αυτό το διάστημα, θα παρακολουθούμε τους κόμπους και θα παραχώνουμε εφ’ όσον μας επιτρέπει ο καιρός. Οι ημέρες τότε του χρονικού διαστήματος των 21 ημερών  πολύ πιθανόν να αυξηθούν, γιατί ημείς θα παρακολουθούμε τούς κόμπους.
Μόλις πάλι αρχίσει ο καιρός να γλυκαίνει κατά τον Φεβρουάριο - Μάρτιο και το φυτό παίρνει τ’ απάνω του και προχωρεί η ανάπτυξή του, εμείς θα εξακολουθήσουμε τα παραχώματα, το καλάμι θα μεγαλώσει πολύ θα σκληρύνει λίγο και τότε θα σταματήσει το γεννοβόλημα των κόμπων. Αυτή η εποχή είναι περί τα μέσα ή τα τέλη του Απριλίου, κατά το κλίμα τού τόπου. Από δω και πέρα, παύουν πλέον τα παραχώματα και αφήνεται το φυτό να μεστώσει, να ξεσταχυάσει, να ανθίσει και να δέσει τον καρπό του. Τότε και ξαπλώνει όχι μονάχα στο ένα τετραγωνικό μέτρο του λάκκου, αλλά και στα άλλα αγραναπαυμένα τετρ. μέτρα από τα οποία, συνήθως, πιάνει τους 20-25 πόντους γύρω του. Πρέπει όμως να ξέρουμε, ότι δεν πιάνει τόπο το εναέριο τμήμα του φυτού. Πιάνουν υπογείως οι άφθονες ρίζες, οι οποίες ναι μεν χώνονται βαθιά κάτω στο έδαφος, αλλά και στα πλάγια περισσότερο, δηλαδή στα υπόγεια χώματα των άλλων τριών τετραγωνικών μέτρων. Για αυτό τον λόγο, τροποποιήσαμε το σύστημα και συνιστούμε ότι χρειάζεται στην αρχή ένα βαθύ όργωμα, για να αφρατύνει και ξεμποσκάρει το χώμα, να αερισθεί και έτσι οι ρίζες να είναι δυνατόν να ξαπλωθούν και πλαγίως. Όπως βλέπομε στην εικ. 23, τα γειτονικά τετράγωνα, τα αγραναπαυμένα, φαίνεται ότι μένουν αργά, ενώ στην πραγματικότητα αφήνονται για να εξυπηρετούν την χλωρή θημωνιά των σταχυών.
Η υγρασία
Άλλος σπουδαίος παράγοντας είναι η υγρασία και είναι απαραίτητη. Χωρίς αυτήν τα φυτά θα ξεραθούν, δε θα αδερφώσουν, δε θα κινηθούν οι ρίζες για να ρουφήξουν θρεπτικές ουσίες και να τις μεταφέρουν προς το εναέριο τμήμα, ούτε κατόπιν να τις διαμοιράσουν στα όργανα του φυτού.
Ο έξυπνος Κινέζος, το είχε αντιληφθεί αυτό αμέσως, όταν παράχωνε και δημιουργούσε το σωρό. Είδε ότι ξηραίνονταν τα στάχυα και οι ρίζες. Γι’ αυτό και αφού προτίμησε να ανοίξει τον λάκκο ως 40 πόντους βάθος και πανομοιότυπο με τον σωρό, δηλαδή χονανοειδή, για να περιορισθούν εκεί μέσα οι ρίζες, όπου και υπάρχει υγρασία, πάντοτε και η εξάτμιση είναι μικρή. Η υγρασία φυσικά δημιουργείται με τις βροχές. Κατασταλάζει μέσα στο λάκκο και ξεχύνεται στα πλάγια του. Άλλο νερό απ’ αυτό δεν πέφτει στην επιφάνεια. Είναι το ίδιο που σουρώνεται προς τα βαθύτερα στρώματα και δημιουργεί την υγρασία. Όπως είναι αγραναπαυμένο το χωράφι, δεν γίνεται μεγάλη εξάτμιση. Μένει λοιπόν αρκετή υγρασία από τον Αύγουστο (πρωτοβρόχια) ως τον Απρίλιο ακόμη, η οποία εξυπηρετεί όλα τα αδέρφια με τις ρίζες. τους. Το σπουδαιότερο δε είναι ακόμη ότι και πέρα από τον Απρίλιο κατά την κριτική περίοδο, τότε δηλαδή που βρίσκονται τα στάχυα στο γάλα τους, υπάρχει αρκετή υγρασία, γιατί όλη η θημωνιά σκεπάζει το λάκκο και τα γύρω του, γιατί δεν εισχωρούν βαθιά οι ηλιακές ακτίνες. Στα βαθιά στρώματα, που χώνονται οι ρίζες υπάρχει κι έτσι είτε βρέξει είτε δεν βρέξει, η σοδειά είναι εξασφαλισμένη και μάλιστα στην πιο κρίσιμη στιγμή της αναπτύξεως του φυτού.
Ο αερισμός
Εδώ το ζήτημα είναι πιο λεπτό. Στα χώματα, γίνεται ο αερισμός με το παράχωμα, το οποίο μάλιστα από την χαλαρότητα του δεν επιτρέπει και την εξάτμιση της υγρασίας, η όποια και ενισχύεται στο εναέριο τμήμα της θημωνιάς με την ατμοσφαιρική υγρασία, τον υγρό αέρα που πάντοτε υπάρχει κατά την άνοιξη. Όσο προχωρεί όμως, μεγαλώνοντας τα φυτά, από την πληθώρα των σταχυών, δημιουργούνται εμπόδια οπωσδήποτε στο εσωτερικό της θημωνιάς και ο αέρας πάντοτε δεν κυκλοφορεί πολύ. Απ’ αυτή τη κατάσταση, μύκητες πιθανό να μη δημιουργηθούν γιατί ο σπόρος έχει απολυμανθεί, αλλά έντομα είναι αδύνατον να μη φωλιάσουν.
Για αυτό και ο γεωργός, πρέπει να ψαχουλεύει προσεκτικά για να μην επιτρέψει στα έντομα τα οποία είναι αρκετά, να προσβάλλουν το σιτάρι, να δράσουν. Τα πειράματα σε διάφορες γεωργικές περιφέρειες θα μάς δείξουν κατά πόσο η σκέψη που κάνομε είναι σωστή. Γιατί τα βιβλία από τα οποία παίρνομε τα συστήματα, δεν αναφέρουν τίποτε απολύτως για αρρώστιες.
Και για τον αερισμό μάς πληροφορούν ότι γίνεται θαυμάσια, χωρίς καμιά επέμβαση του καλλιεργητού και ότι τα στάχυα δεν παθαίνουν απολύτως τίποτε.
Απ’ όλη αυτή την ανάλυση που κάναμε παραπάνω, Υποδεικνύεται ότι το σύστημα αυτό είναι καλά μελετημένο και βασίζεται επάνω σε επιστημονικές αρχές, ο συνδυασμός των οποίων και το καλό ρεγουλάριαμα, δίνουν τη μεγάλη απόδοση τόσων κιλών από ένα μόνο σπυρί.
Στην αρχή το σύστημα είναι απλό και εύκολο. Και όμως παρουσιάζει πολλές τεχνικές λεπτομέρειες, τις όποιες πρέπει να προσέξει ο καλλιεργητής, γιατί αλλιώς δεν θα επιτύχει η καλλιέργειά του. Π.χ. αν αφήσει και του ξεφύγει ο κόμπος, το φυτό δεν ξαναδερφώνει. Μένει με τα αδέλφια που γέννησε. Αν αφήσει τα χώματα σφιχτά, οι ρίζες δεν μπορούν να προχωρήσουν. Για αυτό χρειάζεται το βαθύ όργωμα. Αν δεν αφήσει δίπλα στο λάκκο τα τρία τετραγωνικά μέτρα αγραναπαυμένα, δεν θα βρουν οι ρίζες εύκολα χώμα μπόσικο να χωθούν. Εξασφαλισμένος είναι μονάχα από την υγρασία, που πάντοτε υπάρχει.
Μερικές ακόμη χρήσιμες καλλιέργειες
Χρήσιμο είναι οι λάκκοι ν’ ανοίγονται λίγο πρωτύτερα από τη σπορά, για να αερισθούν καλά, να ηλιασθούν τα χώματα και ψοφήσουν τυχόν βλαβερά μικρόβια πού θα υπάρχουν και εξουδετερωθούν άλλα δηλητήρια, αν το χωράφι ήταν σπαρμένο τον προηγούμενο χρόνο πάλι με σιτάρι. Επίσης, αν βρέξει, να κατασταλάξει στο κάτω μέρος λίγο νερό, να δημιουργηθεί υγρασία και ο σπόρος να φυτρώσει γρήγορα.
Χρήσιμο είναι στην επιφάνεια του λάκκου, όταν πρόκειται να φυτέψουμε το σπόρο, να ανακατέψουμε με το χώμα και μια χούφτα χωνεμένη κοπριά, ούτως ώστε άμα φυτρώσει το φυτό να βρει αμέσως θρεπτικές ουσίες. Αλλά και προηγουμένως ακόμη κατά το δεύτερο ελαφρό όργωμα αν το κάνουμε, διότι το βοήθημα που χρησιμοποιώ δεν το αναφέρει. Λίπανσης σε ολόκληρο το χωράφι δεν χρειάζεται.
Σπουδαιότατο είναι να μην είναι το παράχωμα πολύ παχύ. Το πολύ ως ενάμισι δάχτυλο και απαλό, ελαφρό, όχι πατημένο για να κυκλοφορεί ο αέρας. Όταν πρόκειται να κάνουμε τα άλλα παραχώματα, να σγαρλίζουμε το χώμα και να σπάζουμε τα τριχοειδή αγγεία του χώματος από τα οποία εξατμίζεται το νερό, η υγρασία του λάκκου και έπειτα να προσθέτουμε και άλλο χώμα.
Πως καλλιεργήθηκε και στη Ρωσία
Το σύστημα αυτό εξακολουθεί ακόμη στην Κίνα και σε αρκετά διαμερίσματα, κοντά στα άλλα συστήματα. Αλλά και στη Ρωσία είχε εισαχθεί. Κατά τον Ρωσοΐαπωνικό πόλεμο, χιλιάδες Ρώσων στρατιωτών, είχαν κατακλύσει την Κίνα. Μια μέρα κατά την άνοιξη, οι στρατιώτες του Τσάρου είδαν τούς χωρικούς να βγαίνουν σαν σμήνη ακριδών, γέροι και παιδιά, με μια τσάπα και με λίγο σιτάρι σ’ ένα μαντήλι, κρεμασμένο στο ζουνάρι τους. Πήγαιναν σαν σε πανηγύρι για να σπείρουν. Οι Ρώσοι στρατιώτες άρχισαν να συζητούν και το θεωρούσαν γελοίο. Χωρίς βόδια, χωρίς αλέτρι και αρκετό σπόρο, πως είναι δυνατόν να σπαρθούν τα χωράφια; Αλλά και οι αξιωματικοί τους, όταν το έμαθαν πήγαν και αυτοί όλοι ομαδικά για να δουν τι συμβαίνει.
Τούς ρώτησαν λοιπόν τι πρόκειται να κάνουν και οι Κινέζοι χωρικοί απάντησαν:
- Θα σπείρουμε σιτάρι.
- Και είναι δυνατόν, τούς ρώτησαν, να συγκομίσετε με λίγα σπυριά σιτάρι μεγάλη εσοδεία; Εμείς στη Ρωσία σπέρνομε σε μεγάλη έκταση και ποσότητα σιταριού, μεγάλη ποσότητα.
Τότε ένας γέρος Κινέζος, ο οποίος ήξερε το ιστορικό είπε:
- «Και εμείς στη παλιά 'εποχή έτσι σπέρναμε, όπως και σεις σήμερα. Τώρα όμως κατά τον τρόπον αυτό, έχουμε πολύ μεγάλη εσοδεία και πολύ πλούτο».
Όταν οι στρατιώτες επέστρεψαν στην πατρίδα τους άρχισαν και αυτοί να καλλιεργούν κατά τον ίδιο τρόπο και επέτυχαν περισσότερο από τους Κινέζους.
Έτσι διαδόθηκε και στη Ρωσία, χωρίς βέβαια νι βεβαιώσω αν εξακολουθεί να εφαρμόζεται ακόμη. Έγιναν δε και πειράματα επανειλημμένως και έδωσαν ακόμη καταπληκτικά αποτελέσματα. Άλλα και ο Έλληνας πρόξενος της πόλεως Νικολάϊεφ κ. Ζυγομαλάς, που παρακολούθησε τα πειράματα, είχε γράψει τρία ολόκληρα άρθρα, κατά τον Φεβρουάριο του έτους εκείνου, στην εφημερίδα «ΙΙατρίς» των Αθηνών, εκθειάζοντας το σύστημα.
Να τι γράφει στο τέλος του τελευταίου άρθρου του:
«Ευχής έργον θα ήτο, αν οι γαιοκτήμονες έκαναν χρήση του νέου τούτου συστήματος, καθ’ όσον εις μικρά προ παντός κτήματα δεν απαιτεί πολλά έξοδα, με την ελπίδα, ότι θέλει συντέλεση προς όφελος πάντων».
Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ
Είναι δυνατόν να εφαρμοστή ο τρόπος αυτής καλλιέργειας και στη χώρα μας;
Γιατί όχι; Το κλίμα και το έδαφος της χώρας μας ευνοούν τη διάδοση του. Εργατικά χέρια υπάρχουν άφθονα. Μάλιστα έχομε και υποαπασχόληση. Και αν υποθέσουμε, ότι έχουμε ένα στρέμμα καλό χωράφι, δεν παίζει κανένα ρόλο αν είναι πεδινό ή λίγο κατηφορικό. Όχι όμως και αμμουδερό. Αργιλοαμμώδες ή αμμοαργιλώδες, βαθύ και ελαφρό, ώστε οι ρίζες του σιταριού να χώνονται βαθειά και εύκολα και να μεγαλώνουν για να συγκρατούν το καλάμι.
Μπορεί όμως το σιτάρι να προκόψει και στα ασβεστώδη, άλλα πρέπει να υπάρχει περισσότερη υγρασία.
Έδαφος οργωμένο και σε μεγάλο σχετικώς βάθος, ώστε να είναι δυνατόν ν’ απορροφά η ρίζα περισσότερο νερό και αέρα, για να διευκολυνθούν σε χημικές και μικροβιολογικές ενέργειες μέσα σ’ αυτό και να συγκρατηθεί αρκετή υγρασία κατά την άνοιξη.
Έδαφος πλούσιο σε θρεπτικές ουσίες, ώστε η ρίζα να βρίσκει άφθονα τα στοιχεία, που απαιτούνται για την ανάπτυξη του και να τα αφομοιώνει καθ’ όλο το διάστημα που βλαστάνει.
Το χώμα, είναι η μάννα, που θα θρέψη το σιτάρι. Είναι φυσικό, αφού θα βυζαίνεται να βρίσκεται σε καλή κατάσταση υγείας, ευρωστίας και αντοχής.
Το βάθος θα μας δώσουν τα οργώματα. Αυτά ανακατεύουν, διορθώνουν και αφραταίνουν τα χώματα.
Το βάθος, όπως αναφέραμε, χρησιμεύει να έρχονται προς τα κάτω οι ρίζες. Πρέπει να ξέρουμε ότι η ρίζα του σταριού κατεβαίνει πολύ προς τα κάτω. Φθάνει ως 80 πόντους.
Μερικά πειράματα, απέδειξαν ότι: 820 ρίζες είχαν φθάσει στους 20 πόντους, 26 ρίζες είχαν φθάσει στους  54-78 πόντους,200 ρίζες είχαν φθάσει στους 26-54 πόντους.
Άλλοι επιστήμονες, βρήκαν ρίζες σιταριού σε βάθος μέχρι 1,25 του μέτρου. Ώστε ο τρόπος αυτός, απαιτεί χωράφια βαθιά. Θέλει ψαχνό και δυναμωμένο χώμα, αφράτο.
Το σύστημα δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε εκτεταμένα χωράφια, γιατί απαιτεί και πολλά μεροκάματα, αλλά και απασχόληση.
Οι Κινέζοι δεν καλλιεργούν, δεν οργώνουν καθόλου το χώμα. Έτσι, όπως είναι, ανοίγουν τους λάκκους. Εκεί όμως τα χώματα είναι ψαχνά και συγκρατούν υγρασία, γιατί βρέχει. Στα δικά μας μέρη οι βροχές είναι λιγοστές και πρέπει να τις συγκρατήσουμε.
Οργώματα
Θα συγκρατήσουμε τις βροχές με ένα βαθύ όργωμα, βάθους περίπου 40 πόντων, και ένα άλλο σταυρωτό και σβάρνισμα. Το χωράφι θα είναι έτοιμο και καθαρό από αγριόχορτα.
Χώρισμα
Αν θέλουμε να το λιπαίνουμε, κάνουμε όπως αναφέραμε και στους άλλους τρόπους. Το χωρίζομε σε 1000 τετρ. μέτρα και σε κάθε τετράγωνο των 4 μέτρων, σπέρνουμε μόνο το ένα τετρ. μέτρο. Τα άλλα τρία, όπως φαίνονται στην εικ. 23, μένουν ανέπαφα, χωρίς σπόρο. Δηλαδή ακολουθούμε την καλλιεργημένη αγρανάπαυση σε 4 χρόνια.
Άνοιγμα λάκκων
Στο κομμάτι του τετρ. μέτρου σκάβουμε ένα λάκκο, βάθους 30-40 πόντων, κωνοειδή, όπως φαίνεται στην εικ. 23. Τοποθετούμε τα χώματα σε σωρό, χωρίς να τα σκορπίσουμε. Τα χώματα θα είναι ομοιόμορφα με το υπέδαφος. Ο  λάκκος θα ανοιχτεί, μόλις σταματήσουν τα πρωτοβρόχια, ώστε το χώμα να είναι δροσερό και να σκάβεται εύκολα, θα τον αφήσουμε να αερισθεί 1-2 μέρες και κατόπιν ενεργούμε ως εξής:
Σπορά
Διαλέγουμε σπόρο μεστωμένο, τον οποίον απολυμαίνουμε ως 300 γραμμάρια. Τον παίρνομε από την ποικιλία πού σπέρνεται στον τόπο μας. Πρέπει όμως να προτιμώνται οι ποικιλίες σιταριού πού αδερφώνουν εύκολα, δεν ρίχνουν τον σπόρο τους και δεν πλαγιάζουν, αντέχουν στον λίβα, σε κάθε αρρώστια καί αναπτύσσονται εύκολα. Στο βάθος του λάκκου, πού είναι σαν χωνί και σε βάθος 3-4 πόντων, χώνουμε ένα γερό κόκκο σιταριού.
Σημειώνομε καλά την ημέρα της σποράς. Έτσι εξακολουθούμε τη δουλειά, ως ότου σπείρουμε από ένα κόκκο σε όλους τους λάκκους που ανοίξαμε, δηλαδή στους 250. Τα άλλα τετραγωνικά μέτρα θα μείνουν καθαρά καλλιεργημένα και ανέπαφα.
Αν τα χώματα είναι αδύνατα, μπορούμε στον πάτο του λάκκου να ανακατέψουμε με το χώμα και μια χούφτα χωνεμένη κοπριά, φυτεύουμε το σπόρο και τον αφήνουμε ήσυχο.
Τα παραχώματα
Έχει παρατηρηθεί πώς το σιτάρι φυτρώνει από 5-10 ημέρες, ανάλογα με την υγρασία του χωραφιού και τη θερμοκρασία πού επικρατεί στο μέρος εκείνο. Μόλις φυτρώσει βλέπουμε ένα φυλλαράκι και το καλάμι. Από τότε που θα φυτρώσει, δηλαδή κατά τη δεκάτη ημέρα, όσο μεγαλώνει το καλάμι δημιουργεί κόμπους. Εμείς Θέλουμε ένα κόμπο, τον πρώτο. Μόλις φανερωθεί περίπου μέσα σε 18-20 ημέρες, άλλοτε ενωρίτερα και άλλοτε αργότερα, κατά τη θερμοκρασία που υπάρχει, αμέσως θα πάρουμε χώμα και θα σκεπάσουμε αυτό τον κόμπο, λίγο βέβαια και ως δύο πόντους μαζί με το καλάμι.
Ο κόμπος αυτός θα αμολήσει ρίζες και θα βλαστήσουν από το χώμα, όχι περισσότερα από τρία αδέλφια με κόμπους, τρία καλάμια με τα φύλλα τους. Πάλι εμείς πού θα παρακολουθούμε, όταν δούμε ότι έφτασαν οι 18-21 ήμερες, σκεπάζομε με χώμα τα τρία αδέρφια, οπότε πάλι θα φυτρώσουν ρίζες και από τρία τουλάχιστον αδέρφια με κόμπους,
Δηλαδή μετά κάθε παράχωμα ό αριθμός των αδελφιών θα τριπλασιάζεται κατά τον έξης τρόπο:
Μετά το 1ο παράχωμα φυτρώνουν 3 αδέρφια, μετά το 2ο φυτρώνουν 9 αδέρφια, μετά το 3ο  φυτρώνουν 27 αδέρφια κ.λ.Οι δοκιμές τού 1908 στη Ρωσία και με 10 παραχώματα, έδωσαν 59.049 και τού 1909 έδωσαν τον καταπληκτικό αριθμό των 177.147 αδελφιών σε 11 παραχώματα.
Για 10 παραχώματα απαιτούνται 33 εβδομάδες από τις οποίες τρεις θα περάσουν από την πρώτη αύξηση μετά τη σπορά, έπειτα δε για κάθε παράχωμα απαιτούνται τρεις εβδομάδες ή και λιγότερες, ανάλογα με το κλίμα.
Δεν θα επιτρέψουμε ποτέ να σχηματιστεί δεύτερο γόνατο ή κόμπος, γιατί τότε δεν γίνεται τίποτε.
Ο λάκκος όταν έχει βάθος 30 πόντους, είναι αρκετός για 10 παραχώματα. Όταν έχει 40 πόντους για 13 παραχώματα, ως ότου να γεμίσει και αν βέβαια προφτάσει.
Που πάνε οι ρίζες
Οι ρίζες πού φυτρώνουν από κάθε παράχωμα, χώνονται προς τα κάτω, αλλά όσο προχωρούμε προς το γέμισμα του λάκκου και προς τα πλάγια, πάντοτε θα παραχώνεται όλη η επιφάνεια του λάκκου μαζί με τον κόμπο. Οι ρίζες όσο πληθαίνουν και μεγαλώνουν, τόσο και τραβούν θρεπτικές ουσίες από το χώμα. Οι λάκκοι πάντοτε είναι ανοιχτοί, ως εκεί πού παραχώσαμε τα φυτά και μπορούμε να σπείρουμε από τον Αύγουστο ως τον Νοέμβριο μέχρις ότου ν’ αρχίσουν τα κρύα και σταματήσει το φυτό την ανάπτυξη του. Αν έχουμε λιπάνει όλο το χωράφι με τα ανάλογα χημικά λιπάσματα, τότε με τις βροχές θα λιώσουν και θα δυναμώσουν το φυτό πού συνεχώς θα μεγαλώνει. Εάν βρέξει, μετά το φύτρωμα και πνιγούν τα φυτά τα φυτρωμένα, γιατί πιθανόν να γεμίσει ό λάκκος νερά, τότε ασφαλώς πρέπει ν’ αρχίσουμε από την αρχή. Μπορούμε και την άνοιξη ακόμη αλλά τότε σπέρνουμε περισσότερους σπόρους ατούς λάκκους, ως 3, για ν’ αποφύγουμε την αργοπορία τού πολλαπλασιασμού.
Πόσο θα διαρκέσει το παράχωμα
Άμα περάσει ο χειμώνας, ο λάκκος αφήνεται, αν θέλουμε, με 7-8 παραχώματα ήσυχος. Τα στάχυα αναπτύσσονται. Αν όμως θέλαμε, πάλι μπορούμε να εξακολουθήσουμε να ενεργούμε κάθε 3 εβδομάδες το παράχωμα. Σταματούμε στους 3 τελευταίους μήνες προ του θερισμού, δηλαδή κατά τον Απρίλιο, οπότε θ’ αρχίσει να αναπτύσσεται Κάι ο καρπός. Κατά τον Μάρτιο, όταν αρχίζουν τα στάχυα να μεγαλώνουν, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, για να προλαβαίνουμε τα παραχώματα. Δηλαδή άμα δούμε ότι τα φυτά ανεπτύχθησαν λίγο, αμέσως να κάνουμε το παράχωμα και έπειτα να εξακολουθήσουμε κάθε 21 ημέρες να παραχώνουμε. Βρέχει δεν βρέχει η δουλειά θα γίνεται, άμα η βροχή σταματήσει και πιει το χώμα το νερό. Άμα όλοι οι κόμποι, που παρουσιάζονται, παραχώνονται και ισοπεδώνεται το χώμα του λάκκου, τότε θα έρθει στιγμή που θα γεμίσει ο λάκκος με στάχυα. Τότε φυσικά θα σταματήσουμε, αλλά αν φυτρώσουν αγριόχορτα, πρέπει να ξεπατωθούν χωρίς αναβολή. Το γύρω χώμα πρέπει να είναι ολοκάθαρο.
Τι μπορεί ν αποδώσει το σύστημα
Αν περιοριστούμε μόνο σε 10 παραχώματα και έχουμε κατά τον χειμώνα στο τετραγωνικό μέτρο 60.000 στάχυα, πού προήλθαν από το ένα σπυρί του σιταριού και υπολογίσουμε ότι από κάθε αδέρφι, θα πάρουμε ένα στάχυ, πού θα μας δώσει 20 σπυριά, τότε το ένα σπυρί θα δώσει 60.000 X 20 = 1.200.00 κόκκους. Επάνω σε 5 πόντους τετραγωνικούς, είναι δυνατόν να σχηματισθούν 50-60 στάχυα, χωρίς να πέφτει η ποιότητα του άχυρου και του σταριού .
Εάν λάβουμε υπ.’ όψιν μας πως ένα στρέμμα αποτελείται από 1.000 τετρ. μέτρα και φυτέψουμε από ένα κόμπο σε κάθε τέταρτο του τετραγώνου, η σοδειά θα είναι 250 λάκκοι, προς 40 κιλά ο καθένας = 10.000 κιλά στο στρέμμα και με αγραναπαυμένα, άλλα 750 τετράγωνα. Κάθε χρόνο να χρησιμοποιούμε και από ένα. Όλη η εργασία γίνεται από τον παραγωγό και μόνο.
Γιατί δεν διαδόθηκε τότε;
Οι λόγοι είναι οι ίδιοι, όπως και στο σκαλιστικό και στο φυτευτικό. Η φασαρία, θέλει αρκετά μεροκάματα και επίβλεψη και ο γεωργός βαρύνεται. Δεν εννοεί να κρατεί λογαριασμούς.
Η χαμηλή κοινωνική στάθμη, που τον εμποδίζει να εφαρμόζει τους προοδευτικούς τρόπους καλλιέργειας. Ούτε μπορεί να φαντασθεί ότι, όταν έχει ένα φυτό πολλές ρίζες, τραβά από το έδαφος και πολλές θρεπτικές ουσίες.
Διότι απαιτεί περισσότερα έξοδα από τα έξοδα των άλλων τρόπων. Το σύστημα δεν φαίνεται καθόλου στην Ευρώπη παρά μόνον κατά τον 20ο αιώνα και αυτό εκ τύχης.
Τα ελαττώματα του είναι ότι δεν προσφέρει βοσκή στα ζώα, όπως τα άλλα συστήματα και ότι αφήνει αγραναπαυμένα τα 3/4 του στρέμματος.
Για να εφαρμοστή το σύστημα από τους φτωχούς γεωργούς, γιατί αυτούς συμφέρει περισσότερο επειδή δεν διαθέτουν πολλά στρέμματα γης, πρέπει πρώτα να γίνουν πειράματα και να δοθεί μεγάλη προσοχή στο χώμα, στο παράχωμα, στον καιρό και τη θερμοκρασία και να κοπρίζει ή να λιπαίνει.

Πηγή: Το σιτάρι και η συμφέρουσα καλλιέργειά του – Εμ. Ανάση (Γεωπόνου)

Κατεργασία κουνελοδερμάτων

Για να κατεργαστούμε το δέρμα με το λάδι, κάνουμε ως έξης :
Αφού στεγνώσει καλά το δέρμα αλείφουμε το μέρος του δέρματος, όχι τις τρίχες, με οποιοδήποτε λάδι. Έπειτα περνούμε ένα σχοινί χονδρό ίσα με το μεγάλο μας δάκτυλο και μισό μέτρο μάκρος. Δένουμε τις δύο άκρες του σχοινιού αυτού και το στερεώνουμε οπουδήποτε. Στη σχοίνινη κουλούρα, πού θα έχει σχηματιστεί με αυτό τον τρόπο, περνούμε το δέρμα, το όποιον κρατούμε από τις δύο άκρες και τρίβουμε με δύναμη όλα τα μέρη του για να μαλακώσει καλά. Για να επιτύχει η κατεργασία, πρέπει το τρίψιμο να γίνει τέλειο και να μη μείνει μέρος άτριφτο.
Έπειτα μουσκεύουμε ελαφρά το δέρμα με μια μαλακή βούρτσα βουτηγμένη σε νερό και αφού το τυλίξουμε σ' ένα χονδρό πανί το αφήνουμε σ’ ένα μέρος επί 12 ώρες. Αφού περάσει αυτός ο καιρός ανοίγουμε το δέρμα κόβοντας από το μέρος της κοιλιάς, το απλώνουμε με τις τρίχες προς τα κάτω και αρχίζουμε να βγάζουμε μια ψιλή σκέπη, η οποία το σκεπάζει. Για το σκοπό αυτό, αφού από μία άκρη του δέρματος μ’ ένα μαχαιράκι σηκώσουμε την σκέπη αυτή, την πιάνουμε με το μεγάλο δάκτυλο και τον δείκτη του αριστερού μας χεριού και σιγά σιγά τη βγάζουμε.
Μετά την εργασία αυτή το δέρμα φαίνεται εντελώς άσπρο και είναι σχεδόν έτοιμο, αλλά είναι αρκετά λερωμένο και λιγδιασμένο και θα χρειαστεί να το καθαρίσουμε. Το ξελύγδιασμα εξασφαλίζεται με την γύψο. Πασπαλίζομε καλά πρώτα το μέρος πού είναι οι τρίχες και έπειτα το τινάζουμε καλά κτυπώντας με μια βεργίτσα, για να βγει όλος ο γύψος, ο όποιος θα πάρει μαζί του και τις λύγδες.  Για να γίνει όμως τελειότερο το ξελυγδιασμα καί να γυαλίσει καλά το δέρμα, το τρίβουμε με ψιλό και στεγνό πριονίδι από ξύλο δρυός (βελανιδιάς). Το δέρμα τότε είναι πλέον εντελώς έτοιμο και δεν έχουμε παρά να το φυλάξουμε από τούς ποντικούς, τις γάτες και τον σκόρο έως ότου το μεταχειριστούμε.
Ένα απλό καλό σύστημα παρασκευής του δέρματος για γούνωμα είναι το εξής :
Αφού καθαρίσουμε το δέρμα από τα κρέατα και τα πάχη, βρέχουμε το μέρος, το οποίο δεν είναι σκεπασμένο από τρίχες, με διάλυση μαγειρικού άλατος σε αναλογία 30% και το αφήνουμε επί 4 έως 6 ημέρες.  Έπειτα σ’ ένα μέρος σκιερό απλώνουμε πάνω στο πάτωμα πριονίδι ελαφρά  βρεγμένο και επάνω στο πριονίδι αυτό τοποθετούμε τό δέρμα με το μέρος του πετσιού προς τα κάτω. Επάνω από το δέρμα αυτό βάζουμε άλλο δέρμα παρασκευασμένο κατά τον ίδιο τρόπο υπό τον όρο, όπως οι τρίχες του δευτέρου αυτού δέρματος να έρχονται προς τις τρίχες του προηγουμένου.
Βάζουμε πάλιν βρεγμένο πριονίδι επάνω στο πριονίδι και εξακολουθούμε κατά τον ίδιο τρόπο να αραδιάζουμε δέρματα και υγρό πριονίδι. Επάνω στο σωρό, ο όποιος θα σχηματιστεί κατά τον τρόπον αυτό βάζουμε ένα σανίδι και μία βαρεία πέτρα. Μετά 24 ώρες τινάζουμε τα δέρματα από το πριονίδι, τα καθαρίζουμε μ’ ένα μαχαίρι από τα κρέατα, τα τεντώνουμε όσο μπορούμε, περνώντας το γυμνό μέρος του δέρματος επάνω από ένα σίδερο πλατύ και μυτερό, χωρίς να είναι όμως κοπτερό και αφού τα αφήσουμε να στεγνώσουν, αλείφουμε τα γυμνό μέρος ελαφρά με λάδι και καθαρίζουμε τις τρίχες.
Και όπως βλέπουμε δεν είναι δύσκολος η κατεργασία, χρειάζεται όμως στην αρχή προσοχή και υπομονή έως ότου συνηθίσουμε.
Πότε τα κουνελοδέρματα είναι καλά για γούνισμα
Τα μικρά κουνελάκια γεννώνται καθώς ξέρουμε, εντελώς γυμνά. Μετά 10 — 15 ημέρες είναι πλέον τριχωτά. Οί πρώτες τρίχες γίνονται μαλακές και αλλάζουν αργότερα. Μόνον δε όταν το κουνελάκι γίνει επτά ή οκτώ μηνών, τελειώνουν αυτά τα συνεχή αλλάγματα της τρίχας και το γούνωμα αποκτώ την καλύτερη του όψη. Κάποτε όμως το γούνωμα είναι έτοιμο και νωρίτερα.
Τα κουνέλια αλλάζουν δύο φορές τον χρόνο τις τρίχες τους:
Την άνοιξη από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο και το φθινόπωρο από το Σεπτέμβριο έως τον Νοέμβριο. Καταλαβαίνουμε δε εύκολα, εάν ένα κουνέλι αλλάζει τις τρίχες του χαϊδεύοντας το δέρμα του. Εάν είναι στον καιρό, πού αλλάζει την τρίχα του στα δάκτυλά μας κολλούν τρίχες. Έκτος αυτού το γούνωμα δεν είναι ούτε γυαλιστερό ούτε ίσιο, φαίνεται δε σαν κακοκουρεμένο. Εάν φυσήξουμε τις τρίχες, θα δούμε που και που τις νέες τρίχες, πού βγαίνουν. Καταλαμβάνουμε πολύ εύκολα, εάν ένα κουνελόδερμα προέρχεται από κουνέλι, το οποίο τον καιρό πού σφάχθηκε άλλαζε τις τρίχες του, εξετάζοντας από το μέρος του δέρματος, όπου θα δούμε σε διάφορα μέρη μαύρες κηλίδες μεγάλες ή μικρές.
Πως βάφονται τα κουνελοδέρματα
Το βάψιμο των κούνελοδερμάτων δεν είναι εύκολο. Χρειάζεται σχετική πείρα και επιτηδειότητα, την οποίαν δεν μπορούμε να αποκτήσουμε και πολύ εύκολα. Για εκείνους όμως πού θα ήθελαν να δοκιμάσουν, παραθέτουμε ένα τρόπο βαψίματος.
Για να κάμετε κιτρινωπό, όπως το δέρμα της αλεπούς, ένα κουνελόδερμα μαύρο ή γκρίζο μουσκέψατε τις τρίχες με το χέρι σας ή με μία βούρτσα βουτηγμένη σε οξυγονούχο νερό (eau oxygenee). Αυτή η μέθοδος είναι πολύ εύκολη. Την ξέρουν άλλωστε πολλές κυρίες εξαιρετικώς ξανθές, οι οποίες μ’ ένα παρόμοιο τέχνασμα γίνονται πιο ξανθομαλούσες.
Πηγή: Τα κουνέλια-Γ. Ψάλτη-Παράρτημα γεωργικού δελτίου Νοεμβρίου 1941

https://www.youtube.com/watch?feature=player_embedded&v=XDGC0-bqgqM 

Τραγοπώγων ο πρασόφυλλος-Tragopogon porrifolius

Το διετές αυτό φυτό είναι πολύ κοινό είδος στην Ελλάδα. Έχει κεφάλια με ανθίδια ρόδινα-ιώδη και οκτώ οξύληκτα βράκτια. Τα φύλλα του είναι πλατιά, περίβλαστα και βρίσκονται στο κατώτερο τμήμα του βλαστού. Οι σαρκώδεις ρίζες του φυτού είναι εδώδιμες και έχουν τη γεύση στρειδιού.
Καλλιεργείτε πολύ από τους Ευρωπαίους. Σε εμάς δεν είναι γνωστός, παρόλο που οι λεξικογράφοι τον εξήγησαν με το σκούλι, όνομα που δόθηκε από του νέους βοτανολόγους, κατά τους παλιούς είναι το salfisi των Γάλλων.
Τα φύλλα αυτού του φυτού τρώγονται βραστά με λάδι, ή ωμά σε σαλάτα, οι δε ρίζες του καρυκεύονται ποικιλοτρόπως.
Απαιτεί δε όπως όλα τα μακρόριζα γη βαθειά δουλεμένη, όχι όμως πολύ κοπριά, ούτε έδαφος υγρό, επειδή τότε γίνεται μεγάλος αλλά άνοστος.
Τον σπέρνουν πολύ πρώιμα σε πρασιές (σαμάρια), τον σκαλίζουν μία ή δύο φορές και τον ποτίζουν ενίοτε.


Οι ρίζες του πρέπει να συλλέγονται πριν κάνει σπέρματα το φυτό επειδή χάνουν την τρυφερότητά τους.
Στα ψυχρά κλίματα ο τραγοπώγων σαν απαλό φυτό, δεν μπορεί να καλλιεργηθεί τον χειμώνα χωρίς ιδιαίτερες προφυλάξεις. Στην Ελλάδα όμως μπορεί να σπείρει κανείς όλους τους μήνες για να έχει κάθε καιρό και φύλλα και ρίζες. Τα πρώτα πρέπει να κόβοντε όταν είναι τρυφερά.Είναι δύσκολο για να συλλέξει κανείς τον σπόρο του τραγοπώνου γιατί είναι φτερωτός όπως του μαρουλιού και αμέσως όταν ωριμάσει τον σκορπίζει ο άνεμος. Για αυτό τον μαζεύουν το πρωί.

Πηγή: Γεωργική και οικιακή οικονομία-Τόμος Β'

Αριστολοχία η αειθαλής-Aristolochia sempervirens

Αναρριχώμενη πόα, με ελικοειδείς βλαστούς και φύλλα καρδιόσχημα. Τα άνθη της θυμίζουν σαξόφωνο. Στην εξωτερική τους επιφάνεια έχουν ροδοκόκκινο χρώμα, ενώ στην εσωτερική τους κίτρινο. Συνήθως τα άνθη του γένους αυτού αναδίδουν πτωματώδη οσμή και προσελκύουν μύγες, που γίνονται όι επικονιαστές.
Η ονομασία του γένους του φυτού προέρχεται από τις λέξεις άριστος και λοχεία.
Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι βοηθάει στον τοκετό. 0 Διοσκουρίδης, πατέρας της φαρμακευτικής βοτανικής, αναφέρει, μεταξύ άλλων, για το φυτό αυτό ότι «άριστα βοηθεϊν λοχείαν».

Έχει ονομαστεί έτσι επειδή θεωρείται ότι βοηθάει άριστα την λοχεία. Άλλη είναι στρογγυλή και καλείται θυλυκή, έχει φύλλα όμοια με τον κισσό, ευώδη(αρωματικά) με μία καυστικότητα, υποστρόγγυλα (ελαφρώς στρογγυλά), απαλά, γύρω από πολλούς βλαστούς από μία ρίζα, ενώ οι κορμοί είναι μακρουλοί και τα άνθη λευκά σαν μικρά καπέλα και το εσωτερικό τους είναι κόκκινο και δύσοσμο.
Η δε μακριά αριστολοχεία αποκαλείται αρσενική και δαχτυλίτιδα η οποία έχει φύλλα πιο μακριά από τη στρογγυλή και κλωνάρια πιο λεπτά μέχρι μίας πιθαμής μέγεθος και άνθος πορφυρόχρωμο, το οποίο όταν μαραθεί γίνεται παραπλήσιο με αχλάδι.   
Η ρίζα της στρογγυλής είναι σφαιρική ίδια με της ράπας, ενώ της μακριάς έχει πάχος ενός δακτύλου και μήκος μίας πιθαμής ή και περισσότερο.
Και οι δύο μέσα μοιάζουν με το ξύλο της πύξου και είναι πικρές στην γεύση και βρωμερές.
Υπάρχει και η τρίτη, μακριά η οποία αποκαλείται και κληματίτιδα και έχει λεπτά κλαδιά γεμάτα με ελαφρώς στρογγυλά φύλλα που μοιάζουν με τον μικρό αμάρταντο, άνθη όμοια με του απήγανου και ρίζες πάρα πολύ μακριές και λεπτές με παχύ αρωματικό φλοιό, οι οποίες χρησιμεύουνς κυρίως στους παρασκευαστές των μύρων για τη στυπτική προετοιμασία τους.
Η στρογγυλή κάνει και για τα υπόλοιπα φάρμακα, ενώ η μακριά ενδείκνυται να πίνεται σε βάρος μίας δραχμής μαζί με κρασί και να γίνεται κατάπλασμα   στα δαγκώματα των ερπετών και τα υπόλοιπα θανατηφόρα δηλητήρια και όταν πίνεται μαζί με πιπέρι και σμύρνα, αποβάλει όσα μαζεύονται στη μήτρα μετά τον τοκετό, την έμμηνο ρύση και τα έμβρυα, εάν εισαχθεί σε βύσμα έχει την ίδια δράση.
Η στρογγυλή ενδείκνυται σε όσα και η προαναφερθείσα, ενώ βοηθά πολύ στο άσμα, τον λόξιγκα, το ρίγος, τη σπλήνα, τις ρήξεις των μυϊκών ιστών και τους πόνους των πλευρών όταν πίνεται μαζί με κρασί.
Αφαιρεί δε τα αγκάθια, τις ακίδες και τις φολίδες των οστών, ρίχνει τις σήψεις, καθαρίζει τα ακάθαρτα έλκη και θρέφει τα κοίλα έλκη, αν γίνει κατάπλασμα μαζί με ίριδα και μέλι, καθαρίζει μάλιστα τα ούλα και τα δόντια.
Φαίνεται ότι και η κληματίτιδα ενδείκνυται στα ίδια, είναι όμως πιο ασθενής στη δράση από αυτές που έχουν προαναφερθεί.


Πηγή: Διοσκουρίδης-Περί ύλης Ιατρικής Γ'

Προφυλάξεις
Πάντα χρησιμοποιείτε τα βότανα υπό την επίβλεψη ενός ειδικού ιατρού και ειδικά όταν λαμβάνετε ταυτόχρονα άλλα φάρμακα, βότανα ακόμα και συμπληρώματα.
Οι πληροφορίες που παρέχονται είναι καθαρά και μόνο για ενημερωτικό σκοπό.

Τετάρτη 17 Απριλίου 2013

Διατήρηση οπωρολαχανικών

Είναι γνωστό πρώτα-πρώτα ότι διάφορες ποικιλίες φρούτων διατηρούνται για περισσότερο χρονικό διάστημα. Τα πορτοκάλια της Κρήτης, τα αχλάδια της Σκοπέλου, τα πρώιμα πεπόνια, τα καρπούζια και τα σταφύλια όπως και κάθε είδους πρώιμο προϊόν διατηρούνται για λιγότερο χρόνο.
Αντίθετα άλλα, και τα όψιμα κυρίως, είναι δυνατό να διατηρηθούν για έξι, εφτά και, πολλές φορές, οκτώ μήνες. Αυτά τα φρούτα έχουν συνήθως σκληρή και παχιά επιδερμίδα. Θα πρέπει να είναι, όσο το δυνατόν, αλώβητα, να μην έχουν πληγές ή δαγκώματα εντόμων, να μαζεύονται λίγο πριν από την τέλεια ωρίμανσή τους και να σφουγγίζονται καλά με ξερό και μαλακό πανί.
Τα πεπόνια και τα καρπούζια (τα χειμωνικά) φυλάγονται καλά για μεγάλο χρονικό διάστημα, μέσα σε λεπτό άχυρο ή εάν κρεμαστούν χωρίς να ακουμπούν το ένα το άλλο.
Τα ροδάκινα (μπορούν να διατηρηθούν για δυο ή τρεις μήνες το πολύ), τα μήλα και τα αχλάδια διατηρούνται άριστα για μεγάλο επίσης χρονικό διάστημα εάν τα τοποθετήσουμε σε σειρές και στις οποίες θα απέχει το ένα από το άλλο πάνω σε τραπέζι ή σε ξύλινους δίσκους. Καλύτερα βέβαια είναι σε καλαμωτές (εάν είναι μεγάλη η ποσότητα), πάνω στις οποίες έχει προηγουμένως στρωθεί καθαρό και λεπτό άχυρο πάχους δυο το πολύ δακτύλων. Αυτοί οι δίσκοι ή οι καλαμωτές τοποθετούνται η μία πάνω στην άλλη και σε απόσταση μιας πιθαμής μεταξύ τους έτσι ώστε να κυκλοφορεί ελεύθερα ο αέρα.
Μερικές ποικιλίες μήλων μπορούν να διατηρηθούν σε άριστη κατάσταση για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς τέτοιου είδους περιποίηση.
Τα αχλάδια όμως, καθώς έχουν περισσότερους χυμούς και λεπτότερη επιδερμίδα για να διατηρηθούν χρειάζονται μεγάλη προσοχή.
Ο κ. Ιωάννης Μακρυγιάννης ο φίλος μας από την Πάτρα διατηρεί κάθε χρόνο αχλάδια της ποικιλίας μπερέ, τα οποία παρουσίασε στην κηπουρική έκθεση του Συλλόγου «Παρνασσός» τον Μάιο του 1884 και βραβεύτηκε.
Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι πολλά από τα φρούτα κατά το διάστημα της διατήρησης χαλάνε. Οπότε, είναι απαραίτητο, τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα, να εξετάζονται οι καλαμωτές ή οι ξύλινοι δίσκοι, ή το τραπέζι που τα έχουμε τοποθετήσει και να αφαιρούνται τα πλέον ώριμα καθώς και αυτά που έχουν αρχίσει να εμφανίζουν σημεία σαπίσματος.
Τα εσπεριδοειδή μπορούν να διατηρηθούν για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα μ’ αυτόν τον τρόπο, ιδιαίτερα τα μανταρίνια καθώς η διατήρησή τους με άλλο τρόπο είναι δυσχερής.
Τα λεμόνια και τα πορτοκάλια διατηρούνται εύκολα και για αρκετό χρόνο μέσα σε λεπτό άχυρο, ή εάν τυλιχτούν με ψιλό χαρτί και τοποθετηθούν κατά σειρές σε κιβώτια, τα οποία ανοίγονται κάθε μήνα και αφαιρούνται όσα είναι φθαρμένα ή δείχνουν προδιάθεση σαπίσματος.
Οι καρποί που θα επιλεχθούν για διατήρηση θα πρέπει να έχουν τον κάλυκα, που είναι το πράσινο μικρό άκρο του κοτσανιού, από το οποίο συγκρατείται ο καρπός στο δέντρο.
Όταν οι καρποί αυτοί μαζεύονται από το δέντρο θα πρέπει να απομακρύνονται από αυτό με ψαλίδα από το κοτσάνι στο σημείο που είναι στη βάση του κάλυκα.
Τα λεμόνια και τα πορτοκάλια που σκοπεύουμε να τα στείλουμε σε μακρινά μέρη πρέπει να μαζεύονται σχεδόν άγουρα, όταν δηλαδή έχουν μόλις αρχίσει να παίρνουν το ώριμο χρώμα τους.
Ο καθηγητής Ζοντ της Γεωργικής Σχολής της Αϊόβα (των Η.Π.Α.) συμβουλεύει οι καρποί που πρόκειται να ταξιδέψουν να περιτυλίγονται με χαρτί που έχει εμποτιστεί μέσα σε σαλισικό οξύ. Το υγρό αυτό είναι άριστο αντισηπτικό και καθυστερεί το σάπισμα.
 Από τα άλλα φρούτα φυλάγονται, για κάποιο χρονικό διάστημα, αν τοποθετηθούν μέσα σε λεπτά άχυρο ή κρεμαστούν σε δέματα τα ρόδια, τα κυδώνια, τα φθινοπωρινά μέσπιλα (δηλ. τα μούσμουλα. Ονομάζονται και γερμανικά για να διακρίνονται από τα ιαπωνικά ή τα ανοιξιάτικα) και τα σούρβα [οι αυγαριές, τα ούα των αρχαίων (Sorbus domestica)] .
Ο χώρος αποθήκευσης όπου τοποθετούνται αυτά τα φρούτα πρέπει να έχει τις εξής ιδιότητες
Όλες οι πλευρές του να προφυλάσσονται από την υγρασία, να έχει δύο παράθυρα, το ένα στην ανατολική και το άλλο στην βορινή πλευρά του για να αερίζεται το καλοκαίρι που μένει άδειος. Εάν το κλίμα της περιοχής όπου πρόκειται να τα αποθηκεύσουμε είναι από τη φύση του υγρός, στα δύο άκρα της αποθήκης τοποθετούμε δυο μεγάλα δοχεία γεμάτα με σβώλους ασβέστη που έχει την ιδιότητα να απορροφά την υγρασία (Πρώτος τόμος «Ελλ. Γεωργίας» σελ. 97).
Τα υπόλοιπα φρούτα και τα λαχανικά μπορούν να διατηρηθούν σε κατάσταση που ελάχιστα απέχει από τη νωπή με το σύστημα του Αππέρ. (Αεροστεγής συσκευασία των τροφών. Ο Απέρ συσκεύαζε την τροφή σε μπουκάλια με μεγάλο στόμιο που τα σφράγιζε με φελλό και σύρμα και τοποθετούσε κάθε μπουκάλι σε έναν υφασμάτινο σάκο. Το μπουκάλια ζεσταίνονταν μέσα σε μια κατσαρόλα με νερό που έβραζε για λίγες ώρες. Για το σφράγισμα των δοχείων χρησιμοποιούσε φελλό, σύρμα και βουλοκέρι. Αυτά έγιναν στις αρχές του 18ου αιώνα).
Το σύστημα αυτό στηρίζεται στο ότι οι οργανικές ουσίες διατηρούνται αναλλοίωτες σε χώρο που δεν περικλείει ατμοσφαιρικό αέρα. Είναι γνωστό ότι το σάπισμα συμβαίνει με την παρουσία ατμοσφαιρικού αέρα, οπότε όταν σε κάποιο δοχείο τοποθετείται οποιαδήποτε ουσία και αφαιρείται κατάλληλα ο αέρα, η ουσία αυτή μπορεί να διατηρηθεί επ’ άπειρον χωρίς να υποστεί την παραμικρή αλλοίωση.
Τα οπωρολαχανικά που πρόκειται να διατηρηθούν τα βάζουμε πρώτα σε χύτρα με καθαρό νερό και τα βράζουμε για λίγο, μία βράση δηλαδή. Σε άλλη κατσαρόλα με ζεστό νερό έχουμε βάλει τις γυάλινες φιάλες (πλατύστομες ει δυνατόν) όπου πρόκειται να τοποθετήσουμε τα οπωρολαχανικά μας προκειμένου να μην σπάσουν δεχόμενες τα βρασμένους καρπούς.
Παίρνουμε κάθε φιάλη και τη γεμίζουμε με τα βρασμένα οπωρολαχανικά μας μέχρι το μέσο του λαιμού τους, φράζουμε το στόμιό τους με καλά εφαρμοζόμενο φελλό, το οποίο στερεώνουμε δένοντας τον με σπάγκο ή σύρμα λεπτό και μαλακό.
Τις γεμισμένες και κλεισμένες καλά φιάλες τις τοποθετούμε όρθιες σε Τρίτη κατσαρόλα που εσωτερικά την έχουμε περιβάλλει με άχυρα και έχουμε βάλει τόσο νερό ώστε αυτό να μην ξεπερνάει το λαιμό των φιαλών.
Κατά την τοποθέτηση σε αυτήν των φιαλών τοποθετούμε ανάμεσά τους κι άλλα άχυρα για να προλάβουμε οποιαδήποτε πιθανό σπάσιμο.
Μετά αυτή την κατσαρόλα τη βάζουμε στη φωτιά και αφήνουμε να βράσει το νερό της για μισή ώρα τουλάχιστον έτσι ώστε να βγει ο αέρας που έχει απομείνει μέσα στις φιάλες από τους πόρους των φελλών και κατόπιν την αφήνουμε να ψυχθεί τόσο ώστε να μπορούμε να πιάνουμε με τα χέρια μας τις φιάλες χωρίς να καιγόμαστε. Το στόμιό τους το βουτάμε μέσα σε διαλυμένη πίσσα, κολοφωνία, ρητίνη ή κοινό ισπανικό κερί (αυτό που χρησιμοποιείται και στις φιάλες του κρασιού).
Τα καταστήματα που παρασκευάζουν τέτοιου είδους προϊόντα χρησιμοποιούν δοχεία από λευκοσίδηρο και τα πωματίζουν κολλώντας ένα κομμάτι από λευκοσίδηρο. Αυτή η συγκόλληση γίνεται ενόσω τα δοχεία βρίσκονται στην τρίτη κατσαρόλα αφού έχει βγει πλέον από τη φωτιά.
Αυτού του είδους τα διατηρούμενα φρούτα χρησιμεύουν μόνο για κατασκευή κομπόστας και διατηρούν το χρώμα και την ιδιάζουσα λεπτή γεύση των νωπών φρούτων.
Ιδιαιτέρως χρήσιμη είναι η μέθοδος του Αππέρ* για τη διατήρηση των λαχανικών.
Υπάρχει ωστόσο και ένα απλούστερο σύστημα που χρησιμοποιείται από τους αγρότες της Γαλλίας: Τα λαχανικά ζεματίζονται για δεκαπέντε λεπτά της ώρας σε ζεστό νερό και κατόπιν τοποθετούνται μέσα σε κρύο νερό. Αμέσως μετά στραγγίζονται και απλώνονται για 48 ώρες στον ήλιο. Την πέμπτη μέρα στεγνώνονται για 2 ώρες σε χλιαρό φούρνο όπου αποβάλλουν τελείως τα υγρά τους. Μετά τοποθετούνται σε πάνινα σακίδια που κρεμιώνται σε καλά αεριζόμενο και στεγνό δωμάτιο.
Όταν πρόκειται να φαγωθούν, τα τοποθετούμε για 24 ώρες σε χλιαρό νερό.
***
Για δε τη συντήρηση νωπών σταφυλιών αναφέρονται περισσότερες λεπτομέρειες στον πρώτο τόμο της Ελληνικής Γεωργίας (σελ. 94-97):
Η διατήρηση των νωπών καρπών εν γένει και ιδιαίτερα των σταφυλιών είναι πανάρχαιη συνήθεια. Οι προπάτορές μας κατόρθωναν, όπως φαίνεται να τα φυλάνε ακμαία μέχρι και την άνοιξη…
Η τελειότερη μέθοδος είναι του Σαρμέ που επινοήθηκε το 1860, η οποία θεωρείται ότι είναι η μόνη για διατήρηση των νωπών σταφυλιών μέχρι την άνοιξη με όλη τους την δροσιά.
Φυλάγονται, κατά προτίμηση, τα όψιμα σταφύλια και ιδιαίτερα αυτά που ωριμάζουν τελευταία. Συλλέγονται κατά τη διάρκεια της ημέρας, σε ώρα στεγνή και όχι πολύ θερμή.
Τα σταφύλια προς φύλαξη κόβονται όχι από το πόδι τους, αλλά με κομμάτι από τη βέργα. Η βέργα πρέπει να έχει έναν κόμπο πάνω από το τσαμπί και δύο από κάτω. Εάν βρίσκονται στη βέργα δύο σταφύλια τα αφήνουμε και τα δύο. Αφαιρούνται τα φύλλα με ψαλίδα και όλες οι ξένες ύλες που πιθανά βρίσκονται πάνω στα τσαμπιά καθώς και οι μη άρτιες ρώγες.
Τα τσαμπιά μεταφέρονται με μεγάλη προσοχή σε ανοιχτά κάνιστρα και δεν θα πρέπει να τριφτούν και να μην διαρραγούν αλληλοπιεζόμενες οι ρώγες τους.
Βυθίζουμε τη βέργα (κληματίδα) από το μακρότερο άκρο της σε φιάλη ευρύστομη στην οποία ήδη έχουμε βάλει 2 ή 3 κουταλάκια τριμμένου κάρβουνου και την έχουμε γεμίσει με νερό καθαρό μέχρι το λαιμό. Σε κάθε φιάλη βάζουμε δύο βέργες. Φροντίζουμε δε η μία βέργα να έχει ένα τσαμπί και η άλλη δύο.
Τις φιάλες τις τοποθετούμε σε δροσερή και στεγνή αποθήκη και τις κρεμάμε  σε καρφιά δένοντάς τες με σύρμα από το λαιμό τους. Πρέπει να προσέχουμε να μην ακουμπούν τα σταφύλια το ένα το άλλο ή τα αντικείμενα που βρίσκονται γύρω τους.
Μετά την τοποθέτηση τους στον αποθηκευτικό χώρο κλείνουμε καλά τα παραθυρόφυλλα και την πόρτα γιατί πρέπει να προφυλάσσονται όχι μόνο από την υγρασία αλλά και από το φως και το ρεύμα του αέρα. Το δριμύ ψύχος μπορεί να καταστρέψει τα σταφύλια που φυλάμε αλλά τόσο δριμύ ψύχος είναι σπάνιο στη χώρα μας. Εφόσον η θερμοκρασία στην αποθήκη δεν κατεβαίνει κάτω από το σημείο της ψύξης, δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος. Το νερό των φιαλών αρκεί χωρίς καμιά προσθήκη ή αλλαγή για τη συντήρηση και των δύο βεργών μέχρι τον Μάιο. Από καιρού εις καιρόν ελέγχουμε τα σταφύλια και αφαιρούμε τις φθαρμένες ρώγες.
Με τη μέθοδο αυτή τα σταφύλια προστατεύονται από τις ατμοσφαιρικές μεταβολές της υπαίθρου, παίρνουν όμως από τις φιάλες με το νερό την απαραίτητη υγρασία, την οποία χάνουν με την εξάτμιση και μπορούν να διατηρηθούν τρυφερότατες από τον Νοέμβριο μέχρι τον επόμενο Μάιο. Ο δε άνθρακας χάρη στις αντισηπτικές του ιδιότητες εμποδίζει το σάπισμα από το νερό.
Ο χώρος αποθήκευσης είναι προτιμότερο να μην είναι υπόγειο, όλες οι πλευρές του να προφυλάσσονται από την υγρασία, να έχει δύο παράθυρα, το ένα στην ανατολική και το άλλο στην βορινή πλευρά του για να αερίζεται το καλοκαίρι που μένει άδειος. Εάν το κλίμα της περιοχής όπου πρόκειται να τα αποθηκεύσουμε είναι από τη φύση του υγρός, στα δύο άκρα της αποθήκης τοποθετούμε δυο μεγάλα δοχεία γεμάτα με σβώλους ασβέστη που έχει την ιδιότητα να απορροφά την υγρασία.

Πηγή: Ελληνική Γεωργία-Φεβρουάριος 1886

Καταπολέμηση μελίγκρας και ψώρας φυτών

«ΠΕΡΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΤΗΣ ΦΘΕΙΡΙΑΣΕΩΣ (= μελίγκρας)
ΚΑΙ ΤΗΣ ΨΩΡΙΑΣΕΩΣ (= ψώρας) ΤΩΝ ΦΥΤΩΝ»
Οι πιο επικίνδυνες ασθένειες πολλών καλλιεργούμενων φυτών είναι αναντίρρητα η φθειρίαση (κοινά μελίγκρα) και η ψωρίαση, οι οποίες προκαλούνται από τα φυτόφθειρα και τα κοκκοειδή ή ψώρες, μικρά έντομα που απαρτίζουν τις δύο πολυπληθέστερες οικογένειες των ημίπτερων.
Αυτά τα μικρά έντομα, που πολλαπλασιάζονται με καταπληκτική ταχύτητα, απομυζούν τους χυμούς των φυτών, πάνω στα οποία τα συναντάμε κατά μυριάδες τα εξαντλούν και στο τέλος τα αποξηραίνουν.

Και τα μεν ετήσια φυτά, άνθη, λαχανικά, συκυοειδή, σιτηρά, όσπρια αλλά και τα βιομηχανικά φυτά προσβάλλονται ιδιαίτερα από τη μελίγκρα, τα δε δέντρα, ακρόδρυα, οπωροφόρα, ελιά, μουριά, εσπεριδοειδή υπόκεινται στις προσβολές τόσο της μελίγκρας όσο και της ψώρας.
Κάθε καλλιεργούμενο φυτό προσβάλλεται από ένα ή περισσότερα είδη από αυτά τα έντομα, και σε κάποια από αυτά επιφέρουν και άλλες ασθένειες όπως η μελίτωση (μελούρα) και η καπνιά.
Εδώ απλά θα αναφέρουμε τα πιο πρόσφορα μέσα που διαθέτουμε για την καταπολέμηση αυτών των εχθρών της γεωργίας. Έχουν γραφτεί πολλά, ιδίως κατά την τελευταία 25ετία για τα μέσα καταπολέμησης αυτών των εντόμων και μάλιστα για την ψώρα, οι οποίες κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους είναι καλυμμένες με βαμβακώδεις ή κηρώδεις ουσίες, σαν όστρακα. Με αυτό τον τρόπο προφυλάσσονται από τα φάρμακα τα οποία μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για την καταπολέμησή τους.
Και κατά της μελίγκρας, η οποία είναι γυμνή, δεν καλύπτεται δηλαδή με οποιαδήποτε ουσία όπως η ψώρα, μπορούμε να εφαρμόσουμε μ’ επιτυχία τα περισσότερα από τα προτεινόμενα έως τώρα μέσα, δηλαδή το κατ’ επανάληψη ράντισμα σε αραιή διάλυση φανικού οξέος, σαπουνιού, ποτάσας και ιδιαίτερα με αφέψημα καπνού, το οποίο δοκιμάσαμε σε πάμπολλα και μεγάλα δέντρα με μελίγκρα, με καταπληκτικά αποτελέσματα.
Ωστόσο, αυτά τα ραντίσματα είναι αποτελεσματικότερα και λιγότερο δαπανηρά όταν γίνονται με τη βοήθεια αντλιών ή ψεκαστήρων, οι οποίες ψεκάζουν το διάλυμα πολύ καλά ανακατεμένο και σε μορφή πολύ λεπτής βροχής.
Τα ίδια μέσα, ιδίως η διάλυση του σαπουνιού και το αφέψημα του καπνού, εφαρμοζόμενα κατά τους μήνες Απρίλιο, Μάιο, Ιούνιο, Οκτώβριο και Νοέμβριο, είναι αποτελεσματικά για τη θεραπεία λίγων και μικρών δέντρων με ψώρα, τον κορμό και τα κλαδιά των οποίων πριν από το ράντισμα τα τρίβουμε με σκληρή βούρτσα ή ύφασμα απαλλάσσοντάς τα  από την ψώρα.
Υπάρχει όμως και άλλη πολύ ανώτερη και αποτελεσματικότερη μέθοδος, ακόμα κι από εντομοκτόνο, για τη θεραπεία και των μεγάλων των δέντρων που έχουν προσβληθεί.
Η ουσία αυτή είναι το πετρέλαιο, το οποίο πρότεινα προ 12ετίας να χρησιμοποιηθεί για την καταπολέμηση της ψωρίασης στα εσπεριδοειδή της Χίου. Επειδή όμως σε καθαρή κατάσταση βλάπτει τα τρυφερότερα όργανα των φυτών, πρέπει να εφαρμόζεται αραιωμένο· υπέδειξα λοιπόν την ανάμιξή του με νερό το οποίο περιέχει άφθονο ασβέστη. Και με αυτό το μέσο όμως δεν επιτυγχάνεται ομογενές υγρό χωρίς τη βοήθεια ειδικής αντλίας, η οποία είναι ο ψεκαστήρας.
Ωστόσο με τον ψεκαστήρα δεν μπορεί να γίνει χρήση υγρού που να περιέχει μεγάλη ποσότητα ασβέστη ή άλλη στερεά ουσία, γιατί αυτή φράζει το στενότατο στόμιο του οργάνου, ο δε ασβέστης φθείρει γρήγορα τους ελαστικούς σωλήνες του.
Η αραίωση του πετρελαίου με την ανάμιξη του με το νερό επιτεύχθηκε τέλεια με την προσθήκη σαπουνιού, ουσία που είναι και αυτή εντομοκτόνα, η οποία χτυπημένη με το νερό και μικρή ποσότητα πετρελαίου, παρέχει ομογενές και αραιό γαλάκτωμα, το οποίο αποδείχθηκε αποτελεσματικότατο κατά την χρήση των 2 τελευταίων χρόνων για την καταπολέμηση της ψώρας.
Οι δοκιμές δε που έγιναν εφέτος στην Ιταλία, σύμφωνα με τις οδηγίες του διευθυντή του εντομολογικού σταθμού της Φλωρεντίας Targioni-Tozzetti κατά των ψωριάσεων των εσπεριδοειδών, εδώ δε από εμάς κατά της ψωρίασης της συκιάς, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία πλέον για την αποτελεσματικότητα αυτού του μέσου.
Όπως είναι γνωστό, η συκιά προσβάλλεται από ψώρα (Ceroplastes Rusci), η οποία κάποιες φορές καλύπτει όλα τα φύλλα, τους καρπούς και τους νεότερα κλαδιά της. Τέτοιου είδους προσβολή εκτός από το ότι καταστρέφει μεγάλο μέρος του καρπού, εξαντλεί και το δέντρο, το οποίο εάν εξακολουθήσει να είναι έτσι προσβεβλημένο και τον επόμενο χρόνο, μπορεί στο τέλος να ξεραθεί.
Τέτοιου είδους προσβολή υπήρχε φέτος σε 6 μεγάλες συκιές του εδώ Τριανταφυλλίδειου γεωργικού σχολείου, στις οποίες δοκιμάστηκε η αποτελεσματικότητα του μίγματος από σαπούνι, πετρέλαιο και νερό.
Το μίγμα παρασκευάζεται ως εξής:
 Μέσα σε 10 μέρη ζεστού νερού διαλύουμε 1 μέρος σαπούνι κομμένου σε λεπτά κομμάτια ή καλύτερα τριμμένου σε τρίφτη. Όταν το σαπούνι διαλυθεί εντελώς προσθέτουμε 2 έως 3 μέρη πετρελαίου και ανακατεύουμε ή καλύτερα το χτυπάμε όλο μαζί καλά. Το πυκνό γαλάκτωμα που σχηματίστηκε το αραιώνουμε σε 86 ακόμη μέρη κρύου νερού.  
Η χρήση του ζεστού νερού στην αρχή γίνεται για να επιταχυνθεί η διάλυσή του. Γεμίζεται μ’ αυτό το υγρό ο ψεκαστήρας.
Προκειμένου να ραντισθούν ψηλά τα δέντρα αντί να χρησιμοποιήσουμε σκάλα, είναι προτιμότερο να αυξήσουμε το μήκος του σωλήνα με προσθήκη, ανάμεσα στον ελαστικό και στον ορειχάλκινο, με άλλον σωλήνα από λευκοσίδηρο. Αυτός ο πρόσθετος σωλήνας, πρέπει να εφαρμόζεται καλά και να προσδένεται στον ελαστικό αλλά να προσκολλάται στον ορειχάλκινο.
Η εποχή της χρήσης του μίγματος για την καταπολέμηση της ψώρας είναι προτιμότερο να γίνεται στις εποχές που παρουσιάζονται τα νεαρά έντομα, τα οποία είναι γυμνά –δεν καλύπτονται ακόμη με βαμβακώδεις ή κηρώδεις ουσίες– και επομένως είναι πιο ευπρόσβλητα.
Οι εποχές αυτές δεν μπορούν να καθοριστούν με ακρίβεια γιατί ποικίλλουν ανάλογα με την πρωιμότητα ή την οψιμότητα της άνοιξης και της ξηρασίας ή της υγρασίας της ατμόσφαιρας. Ωστόσο, τα νεαρά έντομα, ως επί το πλείστον, παρουσιάζονται από τον Απρίλιο μέχρι το Μάιο και πολλές φορές μέχρι τον Ιούνιο, καθώς και κατά τον Οκτώβριο και Νοέμβριο.
Όπως και να έχει ο κτηματίας μπορεί να ορίσει την κατάλληλη εποχή έναρξης της θεραπείας, επισκεπτόμενος τα προσβεβλημένα δέντρα του κατά τους παραπάνω αναφερόμενους μήνες και να παρατηρεί με προσοχή τα φύλλα τους. Εάν διακρίνει πάνω τους εκτός από τις ήδη μεγάλες ψώρες (τις μητέρες), και πλήθος μικρών κινούμενων εντόμων ή προσκολλημένων ήδη με μορφή κόνιδας, αρχίζει αμέσως τα ραντίσματα.
Κατά την εκτέλεση των ραντισμάτων θα πρέπει να επικρατεί νηνεμία για να μην παρασύρει ο άνεμος το υγρό, να μην προμηνύεται βροχή γιατί δυσκολεύει την ενέργεια του ραντίσματος καθώς πλένει το δέντρο ή αραιώνει υπέρ του δέοντος το υγρό.
Πριν από το ράντισμα καλό είναι να αραιώνονται τα κλαδιά του δέντρου με την αφαίρεση των ξεραμένων, των ασθενέστερων και των περισσότερο προσβεβλημένων, τα οποία μεταφέρονται εκτός του κτήματος και καίγονται.
Το ράντισμα αρχίζει από τα πάνω προς τα κάτω στο δέντρο κι από μέσα προς τα έξω· έτσι και δουλειά αλλά και πολύ υγρό εξοικονομείται. Συνήθως από την επόμενη του ραντίσματος μπορεί κάποιος να διακρίνει τα ευχάριστα αποτελέσματα της.
Στην Ιταλία αντί του πετρελαίου έγινε χρήση με την ίδια επιτυχία, βαρέων λαδιών πίσσας, τα οποία είναι κατά 50% φθηνότερα από το αφορολόγητο πετρέλαιο.
Πηγή: Ελληνική Γεωργία Σεπτέμβριος 1892

Απολύμανση σπόρων σιτηρών

Ο σπόρος πρέπει να είναι γερός, υγιής. Το σπορικό πρέπει να μην είναι σκουληκιασμένο, φαγωμένο από μαμούνια (σταρό-ψειρα), ούτε προσβλημένο από αρρώστιες, πού θα το κάνουν να μη φυτρώσει είτε θα τις μεταφέρει στο χωράφι και θα γίνει αφορμή να προσβληθούν και τα γειτονικά φυτά, ολόκληρη ή καλλιέργεια από αυτές. Είναι λοιπόν ανάγκη ό σπόρος πού θα ρίξουμε στο χωράφι να έχει απολυμανθεί.

Μερικών ασθενειών, τα σπόρια πού τις μεταδίδουν βρίσκονται στο φλούδι του σπόρου κι' έτσι μπορούμε να τα καταστρέψουμε απολυμαίνοντας τον, χωρίς να χάσει ό σπόρος την βλαστική του δύναμη. Τέτοια είναι ή περίπτωση του δαυλίτη των σιτηρών. Μερικών όμως άλλων ασθενειών τα σπόρια βρίσκονται μέσα στο σπόρο και ή καταστροφή τους δεν μπορεί να γίνει με εξωτερικά φάρμακα. Τέτοια είναι ή περίπτωση του άνθρακα των σιτηρών, οπότε εκτός από την προμήθεια σπορικού προερχομένου από υγιή φυτά, μπορούμε να απολυμάνουμε το ύποπτο σπορικό με θερμότητα.

Α. Παλαιότερα ή απολύμανση του σπόρου εναντίον του δαυλίτη γινόταν με την υγρή μέθοδο, με διάλυμα γαλαζόπετρας (θειικού χαλκού) 1 %. Στην Αμερική προτιμούσαν την φορμόλη του εμπορίου (φορμαλίνη) σε διάλυση 0,25 %. Ειδικά για το κριθάρι χρησιμοποιούν ακόμη τη φορμόλη στην αναλογία αυτή, δηλαδή 1 δράμι για κάθε οκά νερού, επειδή διαβρέχει καλύτερα τούς ντυμένους σπόρους του.

Σήμερα για καταπολέμηση του δαυλίτη του σιταριού (Tilletia tritici) και των σκεπασμένων ανθράκων του κριθαριού (Ustilago hordei) και της βρώμης (Ustilago avenae) παντού προτιμούν την ξηρά μέθοδο απολυμάνσεως, με φάρμακο σκόνη πού σκονίζεται ό σπόρος. Παρουσιάζει το πλεονέκτημα πώς μπορούμε να απολυμάνουμε τον σπόρο όταν ευκαιρούμε, ακόμη και αμέσως μετά το αλώνισμα, να τον αφήσουμε δε έτσι απολυμασμένο στην αποθήκη πολύ καιρό, μήνες ολόκληρους, ως την σπορά, ως τον άλλο χρόνο αν είναι ανάγκη, χωρίς να χαλάσει. Η απολυμαντική σκόνη προφυλάσσει το σπόρο και από την σταρόψειρα και τ' άλλα παράσιτα πού τον προσβάλλουν στην αποθήκη. Η ξηρά απολύμανση παρουσιάζει ακόμη το πλεονέκτημα πώς δεν καταστρέφονται οι ραγισμένοι σπόροι, πού αποτελούν σημαντικό ποσοστό του σπορικού όταν αυτό έχει αλωνιστεί με μηχανή , όλη δε ή εργασία είναι ευκολότερη.
Απολυμαντική σκόνη χρησιμοποιούσαν παλαιότερα την δαυλιτίνη (ανθρακικός χαλκός) σε αναλογία 1 δράμι για κάθε οκά σιτάρι ή σίκαλη, 2 δράμια για κάθε οκά κριθάρι ή βρώμη. Σήμερα μεταχειριζόμαστε τα νεώτερα πιο αποτελεσματικά.

Η ξηρά απολύμανση είναι αποτελεσματική όταν ανακατευθούν εντελώς καλά οι σπόροι με το φάρμακο - σκόνη ώστε κάθε σπυρί να πάρει φάρμακο. Για μικρές ποσότητες χρησιμοποιούμε ένα τενεκέ του πετρελαίου καθαρό με καπάκι ή ένα βαρέλι από λαμαρίνα με σκέπασμα. Ζυγίζουμε την σκόνη ανάλογα με την ποσότητα σπόρου πού θα βάλουμε στο δοχείο- ρίχνουμε λίγη μέσα στο δοχείο, κατόπιν ένα στρώμα σπόρους, σκορπίζουμε πάνω τους λίγη σκόνη, έπειτα πάλι σπόρο, ξανά σκόνη μέχρι να τελειώσουν συγχρόνως ή σκόνη και το σπορικό. Το δοχείο πού κάνουμε την ανάμιξη δεν το γεμίζουμε εντελώς, αλλά μόνο ως τα 3/3. Το κλείνουμε καλά και το ανακινούμε ή κυλάμε το βαρέλι πολλές φορές (περίπου 10 λεπτά της ώρας), ώστε να σκονιστεί όλος ό σπόρος. Πρέπει να προσέχουμε να μην αναπνέουμε την σκόνη, πού είναι δυνατό δηλητήριο. Για κάθε φάρμακο οι παρασκευαστές του δίνουν λεπτομερείς οδηγίες του τρόπου χρήσεως του, πού πρέπει να τηρούνται με αυστηρότητα για να μη συμβούν δυστυχήματα
Είναι φανερό πως σπορικό που απολυμάνθηκε έτσι δε μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τροφή ούτε των ανθρώπων ούτε των ζώων, αλλά πρέπει να σπαρθεί ή αν παραμείνει και παλιώσει να καταστραφεί.

Β'. Για να κάνουμε απολύμανση εναντίον του άνθρακα (γυμνός άνθρακας) πού βρίσκεται μέσα στον μολυσμένο σπόρο, και προσβάλλει το σιτάρι (Ustilago tritici) και το κριθάρι (Ustilago nuda) εφαρμόζουμε τη θέρμανση του σπορικού σε νερό. Βάζουμε τον σπόρο σ' ένα τσουβάλι πού το βουτάμε σε χλιαρό νερό θερμοκρασίας 25-30 βαθμούς (Κελσίου) επί 4 ώρες. Έπειτα το βουτάμε σε ζεστό νερό θερμοκρασίας 50 βαθμών επί 1 λεπτό και συνέχεια επί 10 λεπτά σε τρίτο βαρέλι με νερό θερμοκρασίας 52 βαθμών. Πρέπει να προσέχουμε ή θερμοκρασία να μη περάσει τούς 52 βαθμούς, γιατί στους 55 καταστρέφεται ή βλαστική δύναμη του σπόρου. Αφού θερμάνουμε με τον τρόπο αυτό το σπόρο, τον βγάζουμε, τον στραγγίζουμε και τον στεγνώνουμε εφόσον πρόκειται να σπαρθεί αμέσως ή τον ξηραίνουμε καλά (σε ρεύμα αέρα) εφ' όσον θα διατηρηθεί επί αρκετό χρόνο. Ο σπόρος πού απολυμαίνεται με τη μέθοδο αυτή πρέπει να είναι ακέραιος, όχι σπασμένος (όπως τον πληγώνουν ο αλωνιστικές μηχανές), αλλιώς έχουμε απώλεια ίση με το ποσοστό του σπασμένου σπόρου και πρέπει να ρίξουμε ισόποσο περισσότερο σπόρο στο στρέμμα κατά την σπορά. Όπως γίνεται φανερό ή μέθοδος απολυμάνσεως με θερμότητα θέλει μεγάλη προσοχή στις θερμοκρασίες, γι' αυτό υπάρχουν ειδικοί κλίβανοι με ατμό υπό πίεση πού ή εργασία γίνεται και γρήγορα και με ασφάλεια. Οι Συνεταιρισμοί συμφέρει να προμηθεύονται τέτοιους κλιβάνους για να απολυμαίνουν τον σπόρο των παραγωγών.
Από τη χρήση καλού σπορικού, καθαρού, απολυμασμένου κ. λ. π. προκύπτει αύξηση της παραγωγής 25-30 % τουλάχιστον.
Η ανάγκη εξασφαλίσεως για τούς παραγωγούς καλού σπόρου έχει αναγνωρισθεί σ' όλες τις προοδευμένες γεωργικά χώρες και έχει κατοχυρωθεί με ειδικά νομοθεσία.

Πηγή: Ο δωδεκάλογος του προοδευτικού καλλιεργητού σιτηρών-Σπύρου Σπύρου/Αθήνα 1953

Προφύλαξη δημητριακών από ασθένειες


Είναι γνωστό ότι τα δημητριακά κατά τη βλάστησή τους προσβάλλονται από διάφορα κρυπτόγαμα φυτά, τα οποία ή βλάπτουν την ανάπτυξή τους ή ελαττώνουν την απόδοσή τους. Έτσι η σίκαλη (βρίζα) και το σιτάρι προσβάλλονται από τον κράδο (Sphacelia segotum), το σιτάρι από τον δαυλίτη (Tilletia caries) η βρώμη, το κριθάρι, το σιτάρι και το καλαμπόκι από τον άνθρακα (Ustilage segetum, U. secalis, U. maydis κ.τ.λ.)
Για την πρόληψη των ασθενειών αυτών επικράτησε η συνήθεια εδώ και πολλά χρόνια να μουσκεύονται οι σπόροι των δημητριακών αυτών σε διάλυμα ασβέστη, θειικού νατρίου, θειικού σιδήρου ή θειικού χαλκού.
Το μούσκεμα σε διάλυμα ασβέστη γίνεται είτε με την βύθιση του σπόρου είτε με απλό ράντισμα.
Το μούσκεμα με τη βύθιση μέσα σε κάδο γίνεται ως εξής:
Αναλύουμε όσο το δυνατόν καθαρότερο σβησμένο ασβέστη για να φτιαχτεί πυκνό γαλάκτωμα. Στη συνέχεια γεμίζουμε τα ¾ συνηθισμένου καλαμένιου καλαθιού με το στάρι που θέλουμε να ασβεστώσουμε· το βυθίζουμε με προσοχή για να μην βγει από το καλάθι ο καρπός. Αφού το περιστρέψουμε λίγο για να βραχεί όλος ο σπόρος, το βγάζουμε και τα τοποθετούμε να στραγγίσει σε κάδο. – μετά, παίρνουμε άλλο καλάθι στο οποίο έχει μπει η απαραίτητη ποσότητα σταριού, και επαναλαμβάνουμε την ίδια διαδικασία.
Στο διάστημα αυτό αφαιρείται το ασβεστωμένο στάρι από το πρώτο καλάθι στο σημείο που εργαζόμαστε και γεμίζεται πάλι το καλάθι με άλλη ποσότητα σταριού για ασβέστωση· και επαναλαμβάνουμε τη διαδικασία μέχρι να ασβεστωθεί όλος ο καρπός.
Όταν τελειώσουμε αυτό το στάδιο, ρίχνουμε πάνω στο ασβεστωμένο στάρι τριμμένο μαγειρικό αλάτι σε αναλογία ½ οκάδα (= 640 γραμ.) για 3 κοιλά (= 66 οκάδες δηλ. 84,48 κιλά) το ανακατεύουμε δε όλο με φτυάρι και το αφήνουμε για 30 – 50 ώρες για να στεγνώσει. Το αλάτι έχει σαν αποτέλεσμα να μαζεύει τον ασβέστη πάνω στο στάρι και εμποδίζει την κονιοποίησή του κατά τη σπορά.
Η ασβέστωση με ράντισμα είναι πολύ απλούστερη και ταχύτερη. Συνίσταται στο να τοποθετήσουμε στο έδαφος 12 – 18 κοιλά (264-396 οκάδες, δηλ. 337,92-506,88 κιλά) σπόρου και χύνουμε επάνω του διαδοχικά 1 ½ οκάδα (= 1,92 κιλά) γαλακτώματος ασβέστη κατά κοιλό σταριού· ταυτόχρονα δύο άτομα στέκονται γύρω από το σωρό και τον ανακατεύουν με φτυάρια.
Όταν χυθεί όλο το γαλάκτωμα του ασβέστη πάνω στο στάρι, ανακινούμε το σωρό δυο ή τρεις φορές, μετατοπίζοντας αυτό λίγο σε κάθε ανακάτεμα.
Ολοκληρώνεται η ασβέστωση με το ρίξιμο ½ οκάς (= 640 γραμ.) μαγειρικού αλατιού ανά 3 κοιλά (= 66 οκ. δηλ. 84,48 κιλά) σπόρου. Έπειτα, όπως και στην πρώτη ασβέστωση, αφήνουμε το σπόρο για 30 – 50 ώρες για να στεγνώσει.
 
Το μούσκεμα του σπόρου σε διάλυμα θειικού νατρίου, επινοήθηκε από τον Ματθαίο Ντόμπαλ και είναι πολύ αποτελεσματικότερο από την ασβέστωση. Ιδού πώς εκτελείται:
 Διαλύουμε 5 οκάδες (= 6,4 κιλά) θειικού νατρίου σε 80 οκάδες (= 102,4 κιλά)  νερού, από το διάλυμα δε αυτό χύνουμε σε κάθε 1 κοιλό (= 22 οκ. δηλ. 28,16 κιλά) σπόρου ανά 1 ½ οκάδες (= 1,92 κιλά) και ανακατεύουμε ζωηρά το σπόρο για να υγρανθεί εντελώς, μετά ρίχνουμε πάνω του ασβεστόσκονη σε αναλογία ½ οκάς (= 640 γραμ.) ανά 3 κοιλά (= 66 οκ. δηλ. 84,48 κιλά) σπόρου, τον ανακατεύουμε και πάλι και επιτέλους τον αφήνουμε να στεγνώσει για 0-50 ώρες.
Σ’ αυτή τη διαδικασία ο ασβέστης συμπληρώνει την καταστρεπτική ενέργεια του θειικού νατρίου στα σπέρματα των παρασίτων.
Μουσκεύουμε γι’ αυτό το σπόρο σε διάλυμα θειικού σιδήρου (καραμπογιάς ή πράσινου βιτριολιού) ή θειικού χαλκού (γαλαζόπετρας)· τα διαλύματα αυτά τα παρασκευάζουμε διαλύοντας 3 – 4 οκάδες (= 3,84 – 5,12 κιλά) από τα άλατά τους σε 80 οκάδες (= 102,4 κιλά) νερού. Ο μουσκεμένος σπόρος σ’ αυτό το διάλυμα του σιδήρου παίρνει πρασινωπό χρώμα ενώ αυτός που μουσκεύεται στο διάλυμα του θειικού χαλκού γίνεται μπλε.
Οι σπόροι που μουσκεύονται με οποιονδήποτε τρόπο αυξάνουν πάντα κατά το 1/5 περίπου τον όγκο τους· έτσι 10 κοιλά (=  220 οκάδες, δηλ. 281,6 κιλά) μετά το μούσκεμα αναλογούν σε 12 κοιλά (= 264 οκάδες, δηλ. 337, 92 κιλά) περίπου.
Όταν δεν μπορούμε να σπείρουμε μέσα σε 50 ώρες τους προετοιμασθέντες σπόρους, για να αποφύγουμε τη ζύμωση ή τη βλάστησή τους, πρέπει να τους ανακινούμε κάθε μέρα μέχρι να αποξηρανθούν καλά. Εννοείται ότι οι σπόροι αυτοί δεν μπορούν να χρησιμεύσουν για ανθρώπινη διατροφή, αλλά μπορούν να δοθούν στα γουρούνια, εκτός από εκείνους που παρασκευάσθηκαν με θειικό χαλκό.
 
ΣΣ: Από τη Semaine Agricole: Έγιναν δοκιμές για καταστροφή των σπερμάτων διαφόρων φυτικών παρασίτων που προσκολλώνται στους σπόρους των δημητριακών, με θερμό νερό.
Ο σπόρος τοποθετείται σε κοφίνια και βυθίζεται τέσσερις και πέντε φορές και για πέντε λεπτά της ώρας σε νερό που έχει θερμοκρασία 52-55οC. Η μέθοδος όμως αυτή δέχεται επικρίσεις γιατί βλάπτει τη βλαστική δύναμη πολλών κόκκων και ότι δεν μπορεί να τους προφυλάξει μετά τη σπορά εάν τα σπέρματα των παρασίτων βρίσκονται στο έδαφος ή στα λιπάσματα (Bulletin de la Société nationale d’  Agriculture de France 1888, σελ. 541).
 
Από τεύχος Φεβρουαρίου 1889 Ελληνική Γεωργία.
 
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΩΝ ΣΠΟΡΩΝ ΚΑΠΟΙΩΝ ΚΑΡΠΩΝ ΤΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΩΝ
Το σιτάρι, το κριθάρι, η βρώμη, η βρίζα και το καλαμπόκι προσβάλλονται από κάποιες κρυπτογαμικές ασθένειες και ιδιαίτερα από τον άνθρακα ( ή δαυλίτη στην καθομιλουμένη) και την σκουριά, που προκαλούν πολύ μεγάλες ζημιές. Η ανάπτυξη αυτών των ασθενειών προλαμβάνονται εάν παρασκευαστούν, πριν από τη σπορά, οι σπόροι όπου συνήθως βρίσκονται τα σπέρματα τους. Οι μέθοδοι γι’ αυτό είναι:
 
1.     Μέθοδος Beauceron : 4 ή 5 μέρες πριν από την σπορά μέσα σε κατάλληλο δοχείο διαλύονται 15 οκάδες (= 19,2 κιλά) ασβέστη σε 100 οκάδες (= 128 κιλά) νερού. Ο σπόρος μαζεύεται σε σωρό και βρέχεται με το γαλάκτωμα του ασβέστη σε αναλογία 2 οκάδες (= 2,56 κιλά) γαλακτώματος σε 1 κοιλό (= 22 οκ. δηλ. 28,16 κιλά) σπόρου. Ο σωρός βρέχεται από τα πάνω προς τα κάτω, δηλαδή από την κορυφή προς την περιφέρειά του· δύο άτομα στέκονται από τη μια και την άλλη πλευρά του σωρού και τον ανακατεύουν καλά με φτυάρια μέχρι να βραχούν όλοι οι κόκκοι. Το μέσο αυτό είναι απλούστατο, ταχύτατο και φθηνότατα. Ο σπόρος πρέπει να παρασκευάζεται από το προηγούμενο βράδυ της σποράς έτσι ώστε να είναι αρκετά στεγνός για να σπαρθεί. Εάν στο παραπάνω διάλυμα των 100 οκάδων (= 128 κιλά) προστεθεί ½ οκά (= 640 γραμ.) αλατιού, προσκολλάται καλύτερα ο ασβέστης στους κόκκους.

2.     Μέθοδος Dombasle Το 1835 ο Dombasle πρότεινε α) αντί της ½ οκάς (= 640 γραμ.) αλατιού να προστεθεί στο παραπάνω διάλυμα του ασβέστη 8 οκάδες (= 10,24 κιλά) θειικού νατρίου και
β) μετά το κατάβρεγμα και το ανακάτεμα του σπόρου, το πασπάλισμα και το ανακάτεμά του για δεύτερη φορά με ½ οκά (= 640 γραμ.) σκόνης ασβέστη ανά 1 κοιλό (= 22 οκ. δηλ. 28,16 κιλά) σπόρου. Η σκόνη του ασβέστη συντελεί στο να αποξηραίνονται οι σπόροι ταχύτατα.
Αυτές οι δύο μέθοδοι χρησιμοποιούνται μόνο όταν η σπορά γίνεται πεταχτά, όπως γίνεται δηλαδή από εμάς· γιατί όταν γίνεται χρήση σπορέων οι παρασκευασμένοι με τον ασβέστη σπόροι δεν πέφτουν κανονικά στον αγρό.
 
3.     Μέθοδος Pewvest : σε ξύλινο ή πήλινο αγγείο διαλύονται από το βράδυ σε 10 οκάδες (= 12,8 κιλά) ζεστού νερού 50 δράμια (= 160 γραμ.) θειικού χαλκού (γαλαζόπετρας)· την επομένη σ’ αυτό το διάλυμα μουσκεύονται 4 κοιλά (= 88 οκ. δηλ. 112,64 κιλά) σπόρου για 2 ώρες· αφού βγάλουμε τον σπόρο από το δοχείο τον απλώνουμε στο έδαφος για να στεγνώσει. Πολλοί επιταχύνουν την αποξήρανσή του πασπαλίζοντάς τον και ανακατεύοντάς τον καλά με σκόνη ασβέστη σε αναλογία ½ οκάς (= 640 γραμ.) ανά 1 κοιλό (= 22 οκ. δηλ. 28,16 κιλά) σπόρου.
Αυτή η μέθοδος είναι κατά πολύ αποτελεσματικότερη από τις δύο προηγούμενες, αλλά συγχρόνως είναι πιο αργή και πιο δαπανηρή. Επειδή ο θειικός χαλκός είναι δηλητήριο τον μεταχειριζόμαστε με πολύ μεγάλη προφύλαξη.

4.     Μέθοδος Davain : σε 10 οκάδες (= 12,8 κιλά) νερού διαλύονται 25 δράμια (= 80 γραμ.) θειικού οξέος· στο διάλυμμα αυτό μουσκεύονται 4 κοιλά (= 88 οκ. δηλ. 112, 64 κιλά) για 12 ώρες· μετά στραγγίζεται και ξεραίνεται στο έδαφος πριν από τη χρήση του. Αυτή η μέθοδος αν και είναι πολύ αποτελεσματική έχει το μειονέκτημα ότι είναι πάρα πολύ αργή και επόμενα συγκριτικά με τις άλλες δαπανηρότερη.
Σημείωση: η μονάδα μέτρησης κοιλό αντιστοιχεί σε διαφορετικά κιλά, ανάλογα με το είδος που μετριέται. Στο άρθρο έχει γίνει αντιστοίχηση με το κοιλό του σταριού.

Πηγή:  Ελληνική Γεωργία, τ. Οκτωβρίου 1892