Το σιωπηλό ολοκαύτωμα του ποντιακού ελληνισμού
Τον Φεβρουάριο του 1994, το ελληνικό κοινοβούλιο ανακήρυξε τη 19η Μαΐου
ως «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στον Μικρασιατικό Πόντο»,
ημέρα μάλιστα που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα το 1919.
Το χρονικό της μεθοδευμένης εξόντωσης του ποντιακού ελληνισμού
αναγνωρίζεται επισήμως ως γενοκτονία τόσο από την Ελλάδα όσο και την
Αυστραλία, αλλά και από πλήθος έγκριτων οργανισμών, όπως η Διεθνής Ένωση
Μελετητών Γενοκτονιών (IAGS - 2007).
Η επίσημη τουρκική θέση είναι πως δεν υπήρξε γενοκτονία, εγγράφοντας τις
απώλειες του ελληνικού πληθυσμού στις συνήθεις φρικαλεότητες του
πολέμου, από εχθροπραξίες και αρρώστιες μέχρι στερήσεις, κακουχίες και
λιμούς, παρά το γεγονός ότι ελληνικά στρατεύματα δεν εμφανίστηκαν ποτέ
στην περιοχή του Πόντου!
Κι όμως, σύμφωνα με τον διεθνή ορισμό για το πότε συνιστά μια ειδεχθής
πράξη γενοκτονία, το προμελετημένο έγκλημα που εκτέλεσαν με
συστηματικότητα οι Νεότουρκοι έχει όλα τα χαρακτηριστικά της
γενοκτονίας: από στρατόπεδα θανάτου στην έρημο, τάγματα εργασίας και
βασανισμούς μέχρι εκτεταμένους ξεριζωμούς, λεηλασίες, πυρπολήσεις και
επιβολή συνθηκών που η ζωή δεν είναι πλέον δυνατή.
Και βέβαια η γενοκτονία των Ποντίων πραγματοποιήθηκε στην ίδια ιστορική
περίοδο με τις γενοκτονίες σε βάρος και των άλλων χριστιανικών πληθυσμών
της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπως των Αρμενίων και των Ασσυρίων, ως
επακόλουθο της ρητής απόφασης των Νεότουρκων για επίλυση του εθνικού
προβλήματος «καθαρότητας» των οθωμανικών εδαφών, μέσω του φυσικού
αφανισμού των ντόπιων εθνοτήτων, την υποχρεωτική εκδίωξη όσων επιβιώσουν
και τον βίαιο εξισλαμισμό όσων παραμείνουν.
Η μελανή στιγμή της ιστορίας του ελληνισμού είχε μόλις αρχίσει να
γράφεται: οι Έλληνες του Πόντου μετρούσαν στη μεγαλύτερή τους ακμή -τις
παραμονές του Α' Παγκοσμίου- 700.000 ψυχές· μέχρι το τέλος του 1923,
είχαν αφανιστεί περισσότεροι από 350.000 άνθρωποι, σε μια ανθρωποσφαγή
τρομακτικής βιαιότητας...
Ιστορικό πλαίσιο - το χρονικό της φρίκης
Οι Έλληνες του Πόντου, αποκομμένοι από την κύρια ελληνική επικράτεια και
τα μικρασιατικά παράλια, ήταν ανέκαθεν αναπόσπαστο τμήμα της περιοχής,
αφήνοντας το δικό τους στίγμα στην οικονομική και πολιτιστική ζωή του
τόπου. Γιατί όσο κι αν ο ποντιακός ελληνισμός βρέθηκε ξαφνικά στα εδάφη
της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας -μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης και
την πτώση της Τραπεζούντας (1461)-, διατήρησε ωστόσο αναλλοίωτο το
εθνικό του φρόνημα, τη γλώσσα και τη θρησκεία, αποτελώντας διαχρονικό
«αγκάθι» για τον οθωμανό σουλτάνο.
Περιτριγυρισμένοι από άλλες εθνοτικές ομάδες και αποτελώντας μειονότητα
στην περιοχή (υπολογίζονται στο 40% του ντόπιου πληθυσμού), οι Έλληνες
του Ευξείνου άκμαζαν και προόδευαν, γεγονός που αντικατοπτριζόταν τόσο
στα δημογραφικά στατιστικά όσο και στην πνευματική ζωή. Το 1886, ο
ποντιακός ελληνισμός έφτανε στους 265.000 ανθρώπους, ενώ στις αρχές του
20ού αιώνα μετρούσε 700-750 χιλιάδες, σύμφωνα με τα μητρώα των τουρκικών
Αρχών αλλά και τις εκτιμήσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Ταυτοχρόνως, από τα 100 ελληνικά σχολεία του Ευξείνου το 1860, ο αριθμός
εκτοξεύεται στα 1.400 το 1919, περιλαμβανομένου και του περίφημου
Φροντιστηρίου της Τραπεζούντας. Συνολικός αριθμός μαθητών, 86.000
παιδιά.
Τα μεγάλα αστικά κέντρα του Πόντου γνωρίζουν ιδιαίτερη άνθηση στις
τέχνες και τα γράμματα, εφάμιλλη των πνευματικών κέντρων της Ευρώπης,
την ίδια στιγμή που η δημογραφική άνοδος του πληθυσμού και η οικονομική
ευρωστία θα επιτρέψουν στους Έλληνες του Πόντου να επεκταθούν και στις
περιοχές του Καυκάσου και της Κριμαίας.
Η προετοιμασία της θηριωδίας
Από το 1908 αρχίζει να αναδύεται με ιδιαίτερη δυναμική το κίνημα των
Νεότουρκων, μιας μερίδας εθνικιστών που επιζητούσαν -ανάμεσα σε άλλα- τη
φυλετική καθαρότητα των οθωμανικών εδαφών. Συνειδητοποιώντας ότι οι
τόσοι αιώνες εκτουρκισμού του ντόπιου πληθυσμού δεν είχαν αποφέρει το
επιθυμητό αποτέλεσμα, αποφασίζουν να εξοντώσουν το ελληνικό και
χριστιανικό στοιχείο (σε συνέδριο μάλιστα του νεοτουρκικού φορέα στη
Θεσσαλονίκη). Η Ιστορία λέει λοιπόν ότι η τελική λύση πάρθηκε από τους
Νεότουρκους το 1911, εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου και
ολοκληρώθηκε από τον Μουσταφά Κεμάλ (1919-1923).
Ήδη βέβαια από το 1908 παρατηρούνται οι πρώτες εκτοπίσεις του ελληνικού
πληθυσμού στην ευρύτερη περιοχή της Μικράς Ασίας, καθώς και μαζικές
εκτελέσεις των Ελλήνων του Πόντου. Το 1911 ωστόσο μπαίνει μπροστά το
μεθοδευμένο και διεξοδικό πλάνο εξόντωσης, που θα εκτελεστεί στα χρόνια
που ακολουθούσαν: υποχρεωτική επιστράτευση όλων των αντρών από 15-45
ετών και καταναγκαστική δουλεία σε Τάγματα Εργασίας (τα διαβόητα «Αμελέ
Ταμπουρού»), κάτω από εξοντωτικές συνθήκες που αφάνιζαν μαζικά τον
πληθυσμό από τις στερήσεις, την πείνα και τις ασθένειες.
Ταυτόχρονα, άτακτες ορδές Τούρκων αρχίζουν να επιτίθενται στα διάσπαρτα
ελληνικά χωριά σκοτώνοντας, λεηλατώντας, κακοποιώντας τις γυναίκες και
τελικά παραδίδοντάς τα στις φλόγες. Και βέβαια όσοι απέμειναν ζωντανοί
μετά τις επιδρομές εκτοπίζονταν, με τις εξοντωτικές πορείες να στερούν
τη ζωή στον άμαχο και ταλαιπωρημένο πληθυσμό.
Το χρονικό της γενοκτονίας
Το 1915 είναι το ορόσημο για τους Έλληνες του Πόντου: εφαρμόζεται
εκτεταμένα το πλάνο εξόντωσης των Ποντίων, με τα ευρωπαϊκά κράτη
απασχολημένα στις εχθροπραξίες του Α' Παγκοσμίου. Ταυτόχρονα σχεδόν,
αρχίζει να συντελείται και η Γενοκτονία των Αρμενίων, αφήνοντας το πεδίο
ελεύθερο για το ειδεχθές νεοτουρκικό πλάνο.
Την ώρα που συνεχίζονται οι εθνοκαθάρσεις, το 1916 χτυπιέται η
Σαμψούντα, με τον ελληνικό πληθυσμό να υποφέρει φρικιαστικά δεινά. Μόνο η
Τραπεζούντα γλιτώνει την καταστροφή γιατί είναι πλέον κάτω από ρωσικό
ζυγό. Όταν μάλιστα ο ρωσικός στρατός εγκατέλειψε την πόλη το 1918, ο
μισός τουλάχιστον ελληνικός πληθυσμός ακολούθησε τα στρατεύματα στην
οπισθοχώρησή τους, εξαιτίας της τουρκικής απειλής που καραδοκούσε.
Με το τέλος του Μεγάλου Πολέμου, ο ποντιακός ελληνισμός θεώρησε πως τα
δεινά του είχαν πάρει τέλος, αφού θα μπορούσε να προσαρτηθεί στην
ελληνική επικράτεια. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε ωστόσο, καθώς δεν
ήταν σε θέση να προστατεύσει τις απομακρυσμένες ποντιακές περιοχές από
την τουρκική εισβολή, και οι Πόντιοι προχωρούν στο περίφημο
Ποντοαρμενικό Κράτος, με την ήττα ωστόσο του αρμενικού στρατού στο
Ερζερούμ από τον Μουσταφά Κεμάλ να αφήνει τον ποντιακό ελληνισμό στο
έλεος των Νεότουρκων.
Το 1919 αρχίζει η δεύτερη φάση της γενοκτονίας, με νέους -ακόμα πιο
σφοδρούς- διωγμούς από το κεμαλικό καθεστώς, πολύ πιο βίαιους και
απάνθρωπους από τους προηγούμενους. Στις 19 Μαΐου 1919 έρχεται η
καθοριστική στιγμή για την τύχη του ποντιακού ελληνισμού, με την απόβαση
του Κεμάλ στη Σαμψούντα και κατόπιν την εισβολή στην Τραπεζούντα: οι
μαζικές εκτελέσεις, ο ξεριζωμός και το κλίμα τρομοκρατίας αναγκάζουν τον
πληθυσμό να εγκαταλείψει τις εστίες του. Όσοι επιβιώνουν, καταφεύγουν
στα βουνά, με τις κακουχίες και τις στερήσεις σε βασικά αγαθά να
μετατρέπουν την έξοδο σε πορεία θανάτου. Όσοι γλιτώνουν και από αυτή τη
δοκιμασία, διαπιστώνουν ότι έχουν οδηγηθεί σε ενέδρα, με τις αγχόνες να
είναι ήδη στημένες και να τους περιμένουν.
Παρόλα αυτά, η ποντιακή περηφάνια δεν έσκυψε το κεφάλι: οργανώνεται σε
αντάρτικο στα βουνά, με τα μέλη της ποντιακής αντίστασης να φτάνουν στις
12.000 περίπου το 1921, σύμφωνα με τον έγκριτο ιστορικό Κωνσταντίνο
Παπαρρηγόπουλο. Οι άτακτοι αυτοί μαχητές, σφυρηλατημένοι στις κακουχίες
και την ανέχεια, θα επιφέρουν μια σειρά από δυνατά χτυπήματα στον
οργανωμένο κεμαλικό στρατό και θα καταφέρουν να περισώσουν αμάχους από
τα λυσσασμένα δόντια του διώκτη.
Παρά την αντίσταση των πατριωτών Ποντίων, μέχρι το καλοκαίρι του 1922 ο
Κεμάλ, έχοντας εκκαθαρίσει τα δευτερεύοντα μέτωπα στη Μικρά Ασία
(Μικρασιατική Καταστροφή), προχωρά σχεδόν ανενόχλητος στη σταδιακή
εξόντωση του ποντιακού ελληνισμού. Πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά
λεηλατήθηκαν και κάηκαν, οι κάτοικοι σφαγιάστηκαν, ατιμάστηκαν και
εξορίστηκαν, με όσους γλίτωσαν από το τουρκικό μένος να καταφεύγουν στα
απομακρυσμένα βουνά για να σωθούν.
Το τέλος του ποντιακού ελληνισμού είχε έρθει. Το ζοφερό πλάνο των
τούρκων εθνικιστών πέτυχε τον αποτρόπαιο σκοπό του: με τη γενοκτονία του
πληθυσμού, τους εκτοπισμούς, τις λεηλασίες και τις πυρπολήσεις,
κατάφεραν την πολυπόθητη αλλοίωση του εθνολογικού χαρακτήρα των
ελληνικών περιοχών. Η βίαιη εξαφάνιση των Ελλήνων από τα προγονικά εδάφη
πληρώθηκε με 353.000 ψυχές την περίοδο 1916-1923.
Ο Κεμάλ Ατατούρκ, στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση της 13ης Αυγούστου 1923,
πληροφορεί περιχαρής την ομήγυρη: «Επιτέλους, ξεριζώσαμε τους Έλληνες
από τον Πόντο» (αναφέρεται από τον συνταγματάρχη Μουζέν, που
παρακολούθησε τις εργασίες της εθνοσυνέλευσης, σε επιστολή του προς το
γαλλικό Γενικό Επιτελείο Στρατού)...
Ξεριζωμός
Η τελευταία πράξη του ποντιακού δράματος διαδραματίζεται τον Οκτώβριο
του 1922: ο Ατατούρκ συμφωνεί να μεταφερθούν οι Έλληνες του Πόντου με
τουρκικά καράβια στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί με ελληνικά πλοία
στην ελληνική επικράτεια.
Οι Πόντιοι θα αναγκαστούν λοιπόν να αναζητήσουν νέες πατρίδες, με το
κύριο σώμα του ελληνισμού του Ευξείνου να καταφεύγει στη μητέρα Ελλάδα,
αλλά και μια μερίδα να εγκαθίσταται στις νότιες περιοχές της Ρωσίας.
Το προσφυγικό ποντιακό ρεύμα προς την Ελλάδα θα ξεκινήσει τον Νοέμβριο
του 1922 και θα συνεχιστεί σε όλη τη διάρκεια του 1923, ενώ το 1924 ο
χριστιανικός πληθυσμός του Πόντου θα περιληφθεί στην ελληνοτουρκική
σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών. Οι εκτιμήσεις για τον αριθμό
των Ποντίων που αποβιβάστηκαν στην Ελλάδα δεν είναι ακριβείς, καθώς
περισσότεροι από 1.200.000 μικρασιάτες πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στην
ελληνική επικράτεια κατά τη δεκαετία του '20.
Οι ποντιακές κοινότητες υπολογίζουν τον αριθμό των ξεριζωμένων σε
400.000 περίπου ψυχές, με το προσφυγικό ποντιακό κύμα να βρίσκει νέο
σπίτι στα μεγάλα αστικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, αλλά και
στους νομούς Δράμας, Κιλκίς, Καβάλας, Ξάνθης, Κοζάνης, Πρέβεζας κ.ά.,
μπολιάζοντας τον τοπικό πληθυσμό με τον πολιτισμό και το πνεύμα που
έφεραν στις αποσκευές τους.
Ο ποντιακός θρήνος
Οι Πόντιοι θρήνησαν γοερά την ελληνική στρατιωτική ήττα στη Μικρά Ασία
αλλά και το τέλος του ποντιακού ελληνισμού. Ο παρακάτω θρήνος γράφτηκε
και τραγουδήθηκε από τους Ποντίους της Πάφρας του Δυτικού Πόντου
(αναφέρεται από τον ιστορικό Βλάση Αγτζίδη):
Κοίταξε τις πέτρες της Άγκυρας
βλέπε και τα δακρυσμένα μου μάτια.
Μείναμε σκλάβοι των Τούρκων,
για δες της μοίρας τα γραμμένα.
Οι λόφοι της Άγκυρας είναι μονοκόμματοι
Η Ελλάδα κάηκε, κατακάηκε.
Να τυφλωθείς καταραμένε ’γγλε,
στην Ελλάδα δεν απόμεινε ελπίδα.
Ο στρατός που πήγε για την ’γκυρα,
έμεινε εκεί πεσκέσι στους Τούρκους.
Όσοι μας βοήθαγαν έκαναν πίσω
και τους Έλληνες τους παρέσυρε το κύμα.
Ξηρανθήτω ημίν ο λάρυγξ εάν επιλαθόμεθά σου ω Πάτριος Ποντία γη. (Λεωνίδας Ιασωνίδης)
Να ξεραίνεται η γούλα μ’ αν ανασπάλλω την πατρίδα μ’, τον Πόντον (Κώστας Π. Μαυρόπουλος)
O Όρος Γενοκτονία
Η γενοκτονία ως όρος καθιερώθηκε στη δίκη της Νυρεμβέργης, όταν
καταδικάστηκε η ναζιστική ηγεσία για τα εγκλήματα πολέμου κατά των
Εβραίων.Ως νομική έννοια διατυπώθηκε στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων
Εθνών και καθιερώθηκε στις 9/12/1948, με τη σύμβαση της Ρώμης για τα
ανθρώπινα δικαιώματα.
Τρεις γενοκτονίες συντελέστηκαν τον 20ο αιώνα, των Αρμενίων, των
Ελλήνων του Πόντου και των Εβραίων. Εξ’ αυτών οι δύο αναγνωρίστηκαν
παγκοσμίως, άμεσα των Εβραίων και έμμεσα των Αρμενίων.
Με το τρίπτυχο
«ένα κράτος, μια θρησκεία, ένας λαός»,
και έχοντας ως συμβουλάτορες Γερμανούς αξιωματικούς, οι Νεότουρκοι
αρχικά και στη συνέχεια ο Μουσταφά Κεμάλ, σχεδίασαν και εκτέλεσαν τις
δύο πρώτες γενοκτονίες.
Το 1915 την γενοκτονία των Αρμενίων και από το 1916 έως το 1923 τη
γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Με το πρόσχημα να μην ενωθούν οι
Έλληνες του Πόντου με τις Ρωσικές δυνάμεις, που πολιορκούσαν τον Πόντο,
εκτόπισαν τον πληθυσμό από τις παραλιακές περιοχές, στα μεσόγεια της
χώρας.
Μέσα στο καταχείμωνο, σε εξοντωτικές και χωρίς στοιχειώδη σίτιση και
ανάπαυση πορείες, έχασαν τη ζωή τους πολλοί Έλληνες. Εκτός από τους
θανάτους που προέκυψαν από τις ταλαιπωρίες υπήρξαν και πολλές
περιπτώσεις φρικιαστικών θανάτων από άτακτους τσέτες υπό τα αδιάφορα
βλέμματα των συνοδών χωροφυλάκων.
Σε πολλές δε περιπτώσεις και με την βοήθεια τους. Και βέβαια δεν
εξέλειπαν οι βιασμοί γυναικών, ακόμη και εγκύων, ανήλικων κοριτσιών αλλά
ακόμη και ανήλικων αγοριών. Επίσης πολλοί Έλληνες πέθαναν στα τάγματα
εργασίας καταπονημένοι από τις εξαντλητικές εργασίες.
Έτσι με
την εξόντωση του μισού πληθυσμού (353.000) και τον εκτοπισμό-ξεριζωμό
του άλλου μισού, τον Αύγουστο του 1923 ο Μουσταφά Κεμάλ αναφώνησε
θριαμβευτικά: «Επί τέλους τους ξεριζώσαμε».
Για πάνω από 70 χρόνια, η λέξη γενοκτονία ήταν σχεδόν απαγορευμένη προς
χάριν της Ελληνοτουρκικής φιλίας. Οι Πόντιοι όμως δεν ξέχασαν ποτέ το
δράμα των προγόνων τους. Πάντα ερχόταν στο νου τους η εικόνα των γονιών
και των παππούδων, που όταν ανέφεραν τη λέξη «πατρίδα», γέμιζαν τα μάτια
τους δάκρυα. Οργανώθηκαν και αντρώθηκαν κύρια μετά το 1980, και
αποφάσισαν να κάνουν το χρέος τους. Έτσι φτάσαμε στην καθιέρωση ημέρας
μνήμης για τα θύματα της τουρκικής θηριωδίας. Η ιδέα και οι πρωτοβουλίες
για την ψήφιση του σχετικού νόμου ανήκουν στον κοινωνιολόγο Μιχάλη
Χαραλαμπίδη.
Με τον νόμο 2193 της 8/11/3/94, η 19η Μαΐου, καθιερώνεται ως ημέρα
μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Η ημερομηνία αυτή
επιλέχτηκε επειδή ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στις 19 Μαΐου του 1919
στην Σαμψούντα και τότε ξεκίνησε η δεύτερη και πιο βίαιη φάση του
σχεδίου αφανισμού των Ελλήνων.
Τρεις ήταν οι κύριοι παράγοντες που συνήργησαν στην γενοκτονία
των Ελλήνων του Πόντου. Πρώτος παράγοντας οι Γερμανοί καθοδηγητές των
Νεότουρκων και του Κεμάλ όπως προαναφέρθηκε.
Δεύτερος παράγοντας οι Σοβιετικοί που στήριξαν πολιτικά, οικονομικά και
στρατιωτικά τον Κεμάλ, επονομάζοντας μάλιστα το κίνημά του
«εθνικοαπελευθερωτικό».
Αλήθεια από ποιόν;
Και τρίτος παράγοντας οι Άγγλοι, Γάλλοι και Αμερικανοί που αρχικά ήταν
σύμμαχοι της Ελλάδας και στη συνέχεια την εγκατέλειψαν αβοήθητη.
Οι Σοβιετικοί στήριξαν τον Κεμάλ και για έναν άλλο λόγο. Όταν ξεκίνησαν
την επανάστασή τους, η Ελλάδα είχε αποστείλει μια σημαντική στρατιωτική
δύναμη για να στηρίξει το καθεστώς του Τσάρου. Αυτό δεν το ξέχασαν και
δεν το συγχώρησαν ποτέ.
Την ίδια ημερομηνία έχουν καθιερώσει και οι Τούρκοι σαν γιορτή της
νεολαίας αλλά και του ξεριζωμού των Ελλήνων. Μάλιστα στα περίχωρα της
Σαμψούντας έχουν ιδρύσει χωριό που φέρει την ονομασία 19 Μαίου.
Γι αυτό θα πρέπει οι Έλληνες να είναι προσεκτικοί και να μην
πέφτουν σε παγίδες, όπως συνέβη στο παρελθόν με τα εξής θλιβερά
περιστατικά:
1. Συμμετείχε και τραγούδησε στην γραμμή του Αττίλα στην Κύπρο στις 19
Μαίου 1997 ο τραγουδιστής Σάκης Ρουβάς. (Εκ των υστέρων ζήτησε συγνώμη)
2. Επελέγει να σταλεί η κρατική ορχήστρα Αθηνών στη γιορτή της τουρκικής
νεολαίας την ημερομηνία αυτή το 1998. (Τα μέλη της αρνήθηκαν να πάνε
και ο υπουργός πολιτισμού Ε. Βενιζέλος αναγκάστηκε να αναστείλει την
αποστολή).
3. Το 1998 ο τότε υπουργός εξωτερικών Γ.Α. Παπανδρέου κατέθεσε στεφάνι στο μνημείο του σφαγέα των Ποντίων Μουσταφά Κεμάλ.
4. Στις 19 Μαίου 2000 προσγειώθηκαν τουρκικά αεροπλάνα στην
Άγχίαλο ενώ αποβιβάστηκαν τουρκικά στρατεύματα στην Πελοπόννησο στα
πλαίσια άσκησης Ελλάδας-Τουρκίας.
Η Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού σε επίπεδο κρατών έχει
αναγνωριστεί μόνο από την Κύπρο, ενώ η Αρμενική έχει αναγνωριστεί σε
πάνω από 70. Έχει αναγνωριστεί όμως από τις πολιτείες της Ν.Υόρκης, του
Νιού Τζέρσεϊ και της Κολούμπια το 2002, της Γεωργίας και της Πενσυλβάνια
το 2004, του Κλίβελαντ το 2005 και της Μασαχουσέτης το 2006.